Quantcast
Channel: Αέναη επΑνάσταση
Viewing all articles
Browse latest Browse all 1501

Η Άλωση της Τριπολιτσάς: Τα Ορλωφικά, η πρώτη ελληνική επανάσταση

$
0
0
H μάχη στο Τσεσμέ 5-7 Ιουλίου του 1770, περίπου στα μισά του ρωσο-τουρκικού πολέμου (1768-1774)

Τα «Ορλωφικά», η πρώτη ελληνική επανάσταση

της Σοφίας Ντρέκου

Άλωση της Τριπολιτσάς, σφαγή της Τριπολιτσάς ή απελευθέρωση της Τριπολιτσάς ονομάζεται στη νεότερη ελληνική ιστορία η κατάληψη της πόλης της Τρίπολης στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, έξι μήνες μετά από την έναρξη της επανάστασης του 1821.

Τα «Ορλωφικά» ήταν μία από τις εξεγέρσεις των υποδουλωμένων Ελλήνων με κέντρο την Πελοπόννησο, πριν από τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ονομάστηκε έτσι επειδή το σχέδιο της ρωσικής επέμβασης στην Ελλάδα έγινε από τα αδέλφια Αλέξιο (1737–1783) και Θεόδωρο (1741–1790) Ορλώφ, κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου του 1768–1774. Οι συνέπειες ήταν οδυνηρές για τους εξεγερθέντες, οι οποίοι έζησαν σε καθεστώς τρομοκρατίας ως το 1779, ιδίως στην Πελοπόννησο και την Ήπειρο.

26 Μαΐου του 1770: Λήγει άδοξα η επαναστατική προσπάθεια των Ορλόφ και των Ελλήνων της Πελοποννήσου. Είναι τα λεγόμενα Ορλωφικά, μία από τις εξεγέρσεις των υποδουλωμένων Ελλήνων, στην Πελοπόννησο, πριν από τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση του 1821. 


Στην πλατεία της Τριπολιτσάς
ξέρω θα ήθελες άλλη ονομασία
αλλά εμείς οι κλέφτες δεν ξεχνάμε
κι όταν είμαστε με τους μαθητές μας
είμαστε η μνήμη μέλλοντος.
Αν δεν σ'αγγίζει το άγαλμα
κοίτα μόνο τα δύο πόδια
για να καταλάβεις ότι ανήκει
σ'εκείνο το θαλάσσιο ουρανό
το απέραντο γαλάζιο
που δεν φοβάται τους προδότες
διότι ξέρει για τη δικαίωση.
Κι αν θες και κάτι άλλο
κοίταξε εκείνο το ξύλινο

που θα σου θυμίσει Ελβετία.



Alexey_Orlov, Αλέξιος Ορλόφ
Ο Αλέξιος Ορλόφ ανέλαβε τη διοίκηση του ρωσικού σώματος, ενώ στις 28 Φεβρουαρίου του 1770 ο αδελφός του Θεόδωρος έφτασε στη Μάνη, όπου ξεκίνησε την επανάσταση. Οι επαναστάτες κατέλαβαν το Μιστρά, όπου και όρισαν προσωρινή κυβέρνηση υπό τον Νικόλαο Ψαρό. Οι αρχικές επιτυχίες οδήγησαν σε επανάσταση κι άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπως την Ήπειρο, την υπόλοιπη Πελοπόννησο και την Κρήτη.

Τον Μάρτη του 1770, κι αφού ελευθερώθηκε η Λακωνία, ο ρώσος λοχαγός Μπάρκοφ πήρε διαταγή από τον Θεόδωρο Ορλόφ να καταλάβει την Τριπολιτσά (Τρίπολη), με μια λεγεώνα από 8000 έλληνες επαναστάτες και 50 Ρώσους. Κατά τη στιγμή της προσέγγισης στην Τριπολιτσά, περίπου χίλιοι εμπειροπόλεμοι Τουρκαλβανοί έσπασαν τον αποκλεισμό στον Ισθμό, έφτασαν στην Τριπολιτσά κι ενίσχυσαν τη φρουρά της πόλης.

Η σύγκρουση, που αποτέλεσε και το τέλος της επανάστασης, έγινε -σύμφωνα με τους ιστορικούς- στα Τρίκορφα, στις 29 Μαρτίου. Έπειτα από ημίωρο αγώνα κι έναν επιτυχή ελιγμό των αντιπάλων τους, οι Έλληνες εκάμθησαν. Η ήττα υπήρξε εξοντωτική... Φεύγοντας οι Έλληνες και κατά πόδας διωκόμενοι εγκατέλειπαν τα όπλα τους και υποχωρούσαν με μεγάλες απώλειες.

Τη νίκη των Τούρκων ακολούθησε μεγάλη σφαγή εντός της πόλεως, με θύματα περίπου 3.000 Έλληνες, μεταξύ αυτών ο αρχιεπίσκοπος Άνθιμος και αρκετοί άλλοι κληρικοί. Τρεις ημέρες αργότερα, οι εναπομείναντες Ρώσοι επιβιβάσθηκαν στα πλοία και εγκατέλειψαν την Πελοπόννησο. 

Ορλωφικά

Η αποτυχημένη επανάσταση των Ελλήνων το 1770, γνωστή και με τη δημώδη ονομασία Ορλωφικά, ή Ορλοφικά, ή το περισσότερο λόγιο Ορλώφεια (τα), ήταν ένα κίνημα ανεξαρτησίας που υποκινήθηκε από τους Ρώσους εναντίον των Οθωμανών κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-74). Στη διάρκειά της σημειώθηκαν εξεγέρσεις σε διάφορα μέρη της νησιωτικής και ηπειρωτικής Ελλάδας, στην Ήπειρο, τη Θεσσαλία, τη Στερεά Ελλάδα και κυρίως στην Πελοπόννησο. Παράλληλα, οι ναυτικές επιχειρήσεις των Ρώσων στη νότια Πελοπόννησο, στα νησιά του Αιγαίου και στις δυτικές ακτές της Μικράς Ασίας είχαν οδυνηρές συνέπειες στους εξεγερθέντες. Βασικός υποκινητής αυτής της επανάστασης των Ελλήνων ήταν ο Γεώργιος Παπαζώλης, η δε ονομασία της προήλθε από το όνομα των υποκινητών αυτής, των Ρώσων αξιωματούχων αδελφών Ορλώφ. [Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια τ.ΙΘ', σ.78 (Ορλώφεια, Ορλώφ)]


Νίκος Λυγερός: Γιατί τόση σιωπή; 
Γιατί ξεχάσαμε τα Ορλωφικά;

- Γιατί τόση σιωπή;- Για ποιο πράγμα;
- Για την Πολιορκία!
- Την Άλωση της Τριπολιτσάς...
- Γιατί βάλαμε και τον Κολοκοτρώνη φυλακή.
- Αυτός είναι ο λόγος;
- Όχι, βέβαια. Άλλα πώς να προωθείς μια στρατιωτική επιτυχία ενός κατηγορουμένου για έσχατη προδοσία;
- Και προτιμούν να μιλούν για το Μεσολόγγι;
- Υπήρχαν επιλογές.
- Και σιωπές.
- Για ποιο λόγο;
- Οι φοβίες δεν είναι φόβοι.
- Σωστά.
- Κανένας δεν τόλμησε αυτό που τόλμησε.
- Και τώρα τι κάνουμε;
- Αποφάσισαν ότι δεν είναι ανάγκη να κάνουμε αναφορά σ'ένα τέτοιο γεγονός.
- Γεγονός;
- Ναι, γεγονός.
- Μα είναι σύμβολο της επανάστασης!
- Ακόμα χειρότερο.
- Γιατί;
- Προσπαθούν να μας πείσουν ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ένα φιλελεύθερο καθεστώς.
- Και ποιος το πιστεύει;
- Αυτοί που παρέμειναν ραγιάδες.
- Και δεν θέλουν να φανεί ότι υπήρξε πόλεμος.
- Ούτε πόλεμος, ούτε επανάσταση.
- Τι τότε;
- Μια απλή εξαίρεση...
- Και γι'αυτό το λόγο έφυγαν οι Οθωμανοί.
- Αν δεν υπάρχει πόλεμος, δεν υπάρχει ήττα.
- Σωστά.
- Έτσι ακόμα και το Μεσολόγγιτο δέχονται μόνο ως σύμβολο, αλλά όχι ως αποτέλεσμα.
- Αφού στην ουσία δεν άλλαξε τα δεδομένα.
- Ενώ στην Τριπολιτσά;
- Όλα άλλαξαν.
- Και οριστικά μάλιστα.
- Σωπαίνουν την νίκη λόγω της αγριότητας.
- Αυτό είναι από τα πιο ύπουλα προσχήματα.
- Δηλαδή;
- Τόσους αιώνες που οι Οθωμανοί καταπατούσαν του Έλληνες, βίαζαν τις γυναίκες, έκλεβαν τα παιδιά, δεν είναι τίποτα γι'αυτούς.
- Ένα φιλελεύθερο καθεστώς.
- Που έφαγε τα μούτρα του απέναντι στη στρατηγική σκέψη του Κολοκοτρώνη.




Γιατί ξεχάσαμε τα Ορλωφικά

- Γιατί ξεχάσαμε τα Ορλωφικά;

- Ποια Ορλωφικά; Τι σχέση έχει με την Τριπολιτσά;
- Κι όμως η σχέση υπάρχει από τη χρονιά που γεννήθηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
- Το 1770.
- Γιατί κανείς δεν μιλά γι’ αυτήν την Επανάσταση;
- Μήπως γιατί απέτυχε;
- Όχι!
- Μήπως γιατί είναι άγνωστη;
- Όχι!
- Εσύ τι πιστεύεις;
- Γιατί είναι το υπόβαθρο της Τριπολιτσάς.
- Εξηγήσου φίλε μου.
- Τα Ορλωφικά δεν αφορούν μόνο το Αιγαίο μας.
- Δηλαδή;
- Είχαν επιπτώσεις και αλλού.
- Που;
- Στην Τριπολιτσά.
- Δεν το ήξερα.
- Είναι σημαντικό να το μάθεις τότε.
- Πες μου, σ’ ακούω.
- Όταν άρχισε η επανάσταση…
- Τι έπαθες;
- Θυμήθηκα τον Δασκαλογιάννη στην Κρήτη.
- Δεν τον είχα συνδέσει με αυτά!
- Κι όμως είναι η ίδια εποχή.
- Πες μου, λοιπόν…
- Όταν οι Οθωμανοί άρχισαν να τα βλέπουν σκούρα στη θάλασσα, ξεκίνησαν άγριες μάχες στην ξηρά.
- Ήταν μια μορφή εκδίκησης…
- Από ένα φιλελεύθερο καθεστώς!
- Σωστά, πώς να το ξεχάσουμε με τόσους ραγιάδες που μας το υπενθυμίζουν συνεχώς.
- Και η συνέπεια ήταν αναπόφευκτη.
- Δηλαδή;
- Ο πόλεμος έπρεπε να καταλήξει στην Τριπολιτσά.
- Μετά την Πάτρα και το Μεσολόγγιπου είχαν πάρει.
- Κι έσφαξαν όλους τους άντρες που μπορούσαν να έχουν όπλα.
- Θεέ μου.
- Μόνο που είναι στην Τριπολιτσά που έγινε το μακελειό των Ελλήνων.
- Οι αγριότητες των Τούρκων έδιωξαν τους δικούς μας.
- Είχαν δίκιο λοιπόν ο Chateaubriand και ο Pouqueville.

Πηγή: Νίκος Λυγερός Λόγοι Σοφίας

Τα «Ορλωφικά», η πρώτη ελληνική επανάσταση

Η ναυμαχία του Τσεσμέ (26 Ιουνίου 1770)  εικ.: The Battle of Chesma - aivazovski
Η ναυμαχία του Τσεσμέ (26 Ιουνίου 1770) 
εικ.: The Battle of Chesma - Ivan Aivazovsky

Οι Ρώσοι τον Ιούλιο, με την συνεπικουρία ελληνικών πλοίων, 
καταναυμάχησαν τον οθωμανικό στόλο στον Τσεσμέ, 
καταστρέφοντας την τουρκική ναυαρχίδα.


Γιώργος Καραμπελιάς, Άρδην – Ρήξη
Συγγραφέας, Πολιτικός Αναλυτής


Στη μακρά περίοδο της Τουρκοκρατίας, οι Έλληνες δεν έπαψαν ποτέ να αντιστέκονται και να οραματίζονται την απελευθέρωσή τους από τους Οθωμανούς. Τωόντι, αμέσως μετά την Άλωση, αρχίζει και η αντίσταση εναντίον των Οθωμανών, σε επιμαχία με τους Ενετούς ή τους Ισπανούς, μέχρι τον 17ο αιώνα, και εν συνεχεία τους Ρώσους. Από τον Κροκόνδειλο Κλαδά και την παράδοση των stradioti, που πολέμησαν σε όλα τα πολεμικά μέτωπα της Ευρώπης, μέχρι τον Ζαχαριά, τον Νικοτσάρα και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, θα συνεχίζεται αδιάπτωτη η ένοπλη αντίσταση, με πυρήνες πύκνωσης τη Μάνη, το Σούλι, τα Σφακιά, τη Χιμάρα, τα Άγραφα κ.λπ.

Με αφετηρία τα Ορλωφικά, αυτή η «ενδημική» αντιστασιακή παράδοση θα μετασχηματιστεί σε επαναστατικές απόπειρες απελευθέρωσης. Τα «Ορλωφικά» έχουν διαστρεβλωθεί και υποτιμηθεί ως μια απλή ετερόφωτη κίνηση την οποία υποκίνησε το «ξανθό γένος», ξεχνώντας ότι, στη διάρκειά τους, οι Έλληνες, από την Κρήτη έως τη Μακεδονία, πραγματοποιούν επαναστατικές κινήσεις, χρησιμοποιώντας και ελπίζοντας στη ρωσική βοήθεια, κινήσεις στις οποίες συμμετέχουν ακόμα και οι βενετοκρατούμενοι Επτανήσιοι – το κίνημα, έλαβε τέτοιες διαστάσεις που δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό του ως την «πρώτη επανάσταση του νέου ελληνισμού» μια γενική δοκιμή του ’21.

Οι αδελφοί Ορλώφ στην Πελοπόννησο


Η Ρωσία κατέστη ο βασικός αντίπαλος των Οθωμανών από την εποχή του Μ. Πέτρου (1689-1725) ενώ ο στόχος της διάλυσης της οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθίσταται η κυριότερη επιδίωξη της εξωτερικής πολιτικής της Αικατερίνης Β'.

Ο κόμης Γρηγόριος Ορλώφ, και οι αδελφοί του Αλέξιος και Θεόδωρος, ετέθησαν επικεφαλής της επιχείρησης και προσορμίστηκαν στις 17 Φεβρουαρίου 1770 στο Οίτυλο, όπου χιλιάδες Μανιάτες συνέρρευσαν, με επικεφαλής τους ιερείς, για να υποδεχθούν τους αντιπροσώπους του «ξανθού γένους» που έσtειλαν 14 σκάφη και 600 στρατιώτες. Ο ενθουσιασμός ήταν γενικός, ο δε καθαιρεθείς πατριάρχης Σεραφείμ Β' (1757-1761), που βρισκόταν στη Δημητσάνα, ευλόγησε την επανάσταση. Συγκροτήθηκαν δύο «Λεγεώνες», Ανατολική και Δυτική, που σημείωσαν αρκετές νίκες, ελέγχοντας το μεγαλύτερο μέρος της υπαίθρου, και αρκετές πόλεις και οχυρά, ενώ επεχείρησαν να καταλάβουν την Τρίπολη. Οι Τούρκοι, αιφνιδιάστηκαν και κάλεσαν στρατιωτικές ομάδες Τουρκαλβανών, ακόμα και από τη Βόρεια Αλβανία και, στη μάχη που έγινε στα Τρίκορφα, στις 29 Μαρτίου, οι άμαθοι σε μάχη εκ παρατάξεως Έλληνες διασκορπίστηκαν και ακολούθησε σφαγή των Ελλήνων της Τριπολιτσάς.

Σύντομα και άλλες τουρκαλβανικές συμμορίες πέρασαν από το Ρίο στον Μοριά και κατευθύνθηκαν προς την Πάτρα, ενώ ταυτόχρονα πραγματοποίησε έξοδο η φρουρά της πόλης, που βρισκόταν επί τρεις εβδομάδες υπό πολιορκία.

Παρόλο που η βόρεια Πελοπόννησος είχε ήδη χαθεί, οι Ρώσοι και η Δυτική Λεγεώνα, μετά από πολιορκία, κατέλαβαν το Ναβαρίνο, στις 4 Απριλίου και στις 29 Απριλίου ξεκίνησε η πολιορκία της Μεθώνης ενώ οι επαναστατικές δυνάμεις κρατούσαν ακόμα τον Μυστρά, τη Μεσσήνη και την Καλαμάτα. Όμως στο Νησί (Μεσσήνη), στις 14 Μαΐου, παρά τη σθεναρή αντίσταση των Μαυρομιχαλαίων, ενώ οι ένοπλοι της Δυτικής Λεγεώνας, αποτελούμενοι από Ρώσους, Μανιάτες και Επτανησίους, υποχώρησαν με βαριές απώλειες στο Ναβαρίνο.

Οι Ρώσοι κατευθύνθηκαν στο Αιγαίο και τον Ιούλιο, με την συνεπικουρία ελληνικών πλοίων, καταναυμάχησαν τον οθωμανικό στόλο στον Τσεσμέ,καταστρέφοντας την τουρκική ναυαρχίδα και έτσι δημιούργησαν στις Κυκλάδες και τα άλλα νησιά μια ρωσοκρατούμενη αυτόνομη επικράτεια, μέχρι το 1774, όταν τερματίστηκε ο εξαετής πόλεμος με την υπογραφή της συνθήκης του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή.

Οι Αλβανοί που εισέβαλαν στην Πελοπόννησο υπολογίζονται μεταξύ 60.000 (Φραντζής) ενώ ο Γρηγοριάδης τους ανεβάζει στις 120.000. Η δράση τους θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη δεκαετία του 1770. Υπολογίστηκε πως από τις 300.000 χριστιανούς της Πελοποννήσου χάθηκαν περί τις 100.000, το 1/3 του πληθυσμού. Ένα σημαντικό μέρος μετανάστευσε στη Μικρά Ασία, στα νησιά του Αν. Αιγαίου, στην περιοχή Σμύρνης και Αϊδινίου, αλλά και στα βόρεια παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Τελικά, ο σουλτάνος, μετά από εννέα ολόκληρα χρόνια (1770-1779) και αφού οι Αλβανοί είχαν αρχίσει να λεηλατούν και τους Τούρκους, επιφόρτισε τον καπουδάν πασά, Χασάν Τζεζαϊρλή, με την εξόντωσή τους. Ο τελευταίος, με την επικουρία του δραγουμάνου του στόλου, Ν. Μαυρογένη, συμμάχησε με τους κλέφτες για την εκδίωξη των Αλβανών. Μετά την εξόντωση των Αλβανών, οι Τούρκοι στράφηκαν κατά των κλεφτών,αρχίζοντας από τον Παναγιώταρο και τον Κωνσταντίνο Κολοκοτρώνη· αυτοί, κυνηγημένοι από χιλιάδες Τούρκους, κλείστηκαν στον πύργο του πρώτου, στην Καστάνιτσα, με 150 παλικάρια. Μετά από 12 ημερόνυχτα πολιορκίας και αφού εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά και τα τρόφιμα, επιχείρησαν ηρωική έξοδο, στις 19 Ιουλίου 1780, κατά την οποίοι σκοτώθηκαν οι δύο αρχηγοί – μεταξύ των ελάχιστων διασωθέντων, ο δεκάχρονος τότε Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Την πανελλαδική διάσταση του εγχειρήματος μαρτυρά το πλήθος των επαναστατικών κινήσεων, από τα Γρεβενά έως την Κρήτη, καθώς και η συμμετοχή των Σουλιωτών. Το 1772, στα Ορλωφικά, όταν οι Σουλεϊμάν και Χασάν Τσαπάρης οργάνωσαν μεγάλη επίθεση με 9.000 επίλεκτους Αλβανούς και 40 Αγάδες, αλλά ηττήθηκαν κατά κράτος και συνελήφθησαν αιχμάλωτοι ο Τσαπάρης με τον γιό του. Στα Γρεβενά πρωτοστατούσε ο αρματολός της Πίνδου, Τόσκας, και το πρωτοπαλλήκαρό του ο «γέρο-Ζιάκας» (1730 -1810), που σε καιρό ειρήνης διατηρούσε γύρω στους 1.700 οπλισμένους άντρες· μετά την αποτυχία της επανάστασης, κατεστράφη σχεδόν εξ ολοκλήρου η περιοχή, ιδίως τα σημερινά χωριά, Ζιάκας και Μαυρονόρος. Ο Τόσκας έδωσε μάχη με 2.000 Αρβανίτες που επέστρεφαν από την Πελοπόννησο, έχοντας μαζί τους 1.000 αιχμάλωτα γυναικόπαιδα, και τα απελευθέρωσε.

Στα Ορλωφικά, συμμετείχαν ιδιαίτερα ενεργά οι Κεφαλλονίτες, οι Ζακύνθιοι, και αρκετοί Λευκαδίτες: πάνω από 3.000 Κεφαλλονίτες και αρκετοί Ζακυνθινοί κατέλαβαν την Πάτρα και πολιόρκησαν τους Τούρκους, υπό την ηγεσία του κόμη Σπυρίδωνα Μεταξά, ενώ 2.000 Ζακύνθιοι, εισέβαλαν στην Ηλεία και πολιόρκησαν τον Πύργο. Εν συνεχεία, συγκρούστηκαν με τους πολυαριθμότερους Τουρκαλβανούς, σκοτώθηκαν πάνω από διακόσιοι ενώ, από τους διασωθέντες, άλλοι έφυγαν για τη Μάνη και αρκετοί επέστρεψαν στη Ζάκυνθο. Ακόμα και στη ναυμαχία του Τσεσμέ, συμμετείχαν δύο κεφαλλονίτικα πλοία, και ένα Ζακυνθινό . Οι Σπετσιώτες, που ξεσηκώθηκαν, αντιμετώπισαν και αυτοί τις επιδρομές των Τουρκαλβανών, οι δε Ψαριανοί ύψωσαν ρωσική σημαία στο νησί και με πενήντα πέντε σκάφη κούρσευαν όλα τα οθωμανικά σκάφη μέχρι τη Συρία, συμμετείχαν δε στη ναυμαχία του Τσεσμέ όπου ο Ιωάννης Βαρβάκης πυρπόλησε την τουρκική ναυαρχίδα.

Η επανάσταση του Δασκαλογιάννη και οι «γενιτσαραγάδες»

εικ.: Οι κινήσεις των αντιμαχόμενων πλευρών κατά τα Ορλωφικά

  • Η πανηγυρικότερη απόδειξη του πανελλαδικού χαρακτήρα της εξέγερσης είναι η «επανάσταση του Δασκαλογιάννη», στα Σφακιά, που αποτελεί το δεύτερο επίκεντρο της επανάστασης.
Οι αγώνες των Σφακιανών και το μαρτύριο του ηγέτη τους διεσώθησαν σε ένα έμμετρο έπος 1034 στίχων, το οποίο συνέθεσε ο συναγωνιστής του, ο αγράμματος τυροκόμος μπαρμπα Μπατζελιός (Παντελής), από το Μουρί Σφακίων.

Τα Σφακιά, όπως η Μάνη, ήταν μια περιοχή ημιανεξάρτητη και απροσπέλαστη στους Τούρκους. Όταν τους απειλούσαν οι Τούρκοι, οι Σφακιανοί διέφευγαν στο πέλαγος ή κατέφευγαν στα βουνά και τα φαράγγια. Οι Σφακιανοί, σε αντίθεση με τους άλλους Κρητικούς που είχαν υποχρεωθεί να εγκαταλείψουν τη μεγάλη ναυτική παράδοση της Ενετοκρατίας, διατηρούσαν δεκάδες καράβια στον όρμο Λουτρό του Λιβυκού πελάγους. Ο Ιωάννης Βλάχος ή «Δάσκαλος» (1722~1730 – 1770), που γεννήθηκε στην Ανώπολη, κατείχε τέσσερα μεγάλα σκάφη, με τα οποία ταξίδευε στα λιμάνια της Μεσογείου και του Ευξείνου, μιλούσε δε ιταλικά και ρώσικα.

Ο Δασκαλογιάννης το 1769, επιστρέφει στα Σφακιά όπου προσπαθεί να πείσει τους συμπατριώτες του πως ήρθε η ώρα του σηκωμού.

Θέ μου, καὶ δώσ’ μου φώτιση, καρδιὰ σὰν τὸ καζάνι,
νὰ κάτσω νὰ συλλογιαστῶ τὸ Δάσκαλο τὸ Γιάννη [],
Ὁ Μπέης ἀποὺ τὴ Βλαχιὰ κι ὁ Μπέης ’ποὺ τὴ Μάνη
κρυφοκουβέντες εἴχασι μὲ τὸ Δασκαλογιάννη [],
μὲ τὴν καρδιὰ ντου ἤθελε τὴν Κρήτη Ρωμιοσύνη.
Κάθε Λαμπρὴ καὶ Κυριακὴ ἔβανε τὸ καπέλο
καὶ τοῦ Πρωτόπαπα ’λεγε «Τὸ Μόσκοβο θὰ φέρω,
νὰ τὰ συντράμει τὰ Σφακιά, τσὶ Τούρκους νὰ ζιγώξου
καὶ γιὰ τὴν Κόκκινη Μηλιὰ δρόμο νὰ τῶνε δώσου.».

«Οὕλ’ οἱ Ρωμιοὶ θὰ σηκωθοῦ καὶ τὴν Τουρκιὰ θὰ φᾶσι», «λεύτερη τὴν πατρίδα μας ὀγλήγορα νὰ δοῦμε»: Μετά λοιπόν από συνελεύσεις στις οποίες ψήφισαν όλοι οι «άνδρες των αρμάτων», άρχισαν φανερά πλέον οι προπαρασκευές και, στις 25 Μαρτίου 1770, δεκάδες πάνοπλοι παπάδες και δύο χιλιάδες επαναστάτες με τους καπετάνιους τους, ύστερα από μια πανηγυρική λειτουργία εν μέσω πυροβολισμών, κήρυξαν την επανάσταση, στην αυλή της Παναγίας της Θυμιανής.

Όμως, την τελευταία στιγμή, ο Αλέξιος Ορλώφ, αντί να πλεύσει προς τα Χανιά, όπως είχε υποσχεθεί, έπλευσε προς τον Τσεσμέ. Πράγματι, στα τέλη Μαΐου, άρχισαν οι μάχες· οι τουρκικές δυνάμεις χτυπούσαν τα Σφακιά από την ανατολική διάβαση και κατά μέτωπον. Παρά την τεράστια αριθμητική υπεροχή των Τούρκων, οι επαναστάτες έδωσαν φονικότατη μάχη στα στενά της Νίμπρου, και αιφνιδιάσαν τον εχθρό κυλώντας βράχους από τις πλαγιές των φαραγγιών.

Οι Τούρκοι, στέλνουν 6.000 στρατό στην Ανώπολη και απο τους 700-800 άνδρες του Δασκαλογιάννη, σκοτώθηκαν οι 300, οι δε Τούρκοι, παρότι είχαν πάνω από 1.000 νεκρούς, μπήκαν στην Ανώπολη και κατέσφαξαν τους πάντες. Όμως, στη Γενική Συνέλευση που συγκαλείται στα Κρούσια, οι επαναστάτες αποφασίζουν ομόφωνα ότι θα συνεχίσουν τον αγώνα.

Η τελευταία πράξη παίχτηκε στο φαράγγι της Αράδαινας, στα Λευκά Όρη, και ο «δάσκαλος» αποφασίζει εν τέλει να παραδοθεί και ο πασάς αφού τον κράτησε για ένα διάστημα στο σεράι ως δόλωμα για τους τρεις αδελφούς του, που είχαν καταφύγει στα Κύθηρα– τον παρέδωσε βορρά στο μαινόμενο πλήθος, στις 17 Ιουνίου 1771, ημέρα Παρασκευή, αργία των Μουσουλμάνων. Αφού τον διαπόμπευσαν μέσα από τους κεντρικούς δρόμους, κατέληξαν στην ανατολική πύλη του Μεγάλου Κάστρου. Με τέσσερις πασσάλους και σανίδες έκαναν ένα κάθισμα όπου τον έβαλαν να καθίσει και, αφού τον έδεσαν, ένας γενίτσαρος άρχισε να τον γδέρνει με το ξυράφι. Ο Σγουρομάλλης τρελάθηκε, το δε πτώμα του Δασκάλου το άφησαν να το σαπίσει ο καλοκαιρινός ήλιος και μετά υποχρέωσαν δυο ραγιάδες να το θάψουν.

Στον φανταστικό διάλογο μεταξύ του πασά και του αιχμαλώτου Δασκαλογιάννη, ο πασάς απαριθμεί τα προνόμια των Σφακιανών, κατηγορώντας τον «Δάσκαλο» για αναίτια εξέγερση και αιματοχυσία:

Σὰ θέλεις, Δάσκαλε Γιαννιό, νὰ μὴν κακαποδώσεις,
πὲς μου, εἴντα ’το ἡ γὶ-ἀφορμὴ πόλεμο νὰ σηκώσεις;
Οἱ Σφακιανοὶ δωσίματα, χαράτσια δὲν ἐδίδα, [].
Μόνο ’σηκώθης, Δάσκαλε, μὲ τὸ Μωργιᾶν ἀντάμι
γιὰ νὰ χαθεῖ τόσος λαὸς κι ἐσὺ νὰ βγάλεις νάμι·
τ’ ἀσκέργια τὰ βασιλικὰ ν’ ἀδικοσκοτωθοῦσι
κι ἀποὺ τσὴ Κρήτης τὴν Τουρκιὰ χιλιάδες νὰ χαθοῦσι·
πάνω στὰ ὅρη, στὰ βουνά, εἰς τσ’ ἔρημες μαδάρες,
χιλιάδες ἀπομείνασι γιανίτσαροι κι ἀγάδες.

Ο Δασκαλογιάννης δέχεται ότι οι Σφακιανοί απολαμβάνουν προνομιακό καθεστώς, αλλά αναφέρεται στο σύνολο των Κρητικών που υφίστανται τα πάνδεινα από τους «γιαννιτσαραγάδες».

Πάντα γυρεύγετ’ ἀφορμὴ τὸ γ-αἷμα ντῶ νὰ πχεῖτε
καὶ νὰ σκοτώσετε Ρωμιὸ πολλά το πεθυμεῖτε·
κι ἔναι κι ἡ μόνη σας χαρὰ νὰ ἰδεῖτε σκοτωμένους,
ξεκοιλιασμένους στὰ στενὰ κι αἱματοκυλισμένους·[]
Καὶ ἡ γ-αἰτία εἶστε σεῖς, οἱ γὶ-ἄνομοι Πασάδες,
π’ ἀφῆνετ’ ἀχαλίνωτους τσὶ γιαννιτσαραγάδες·[]
γι’ αὐτὰ κι ἐγὼ ’ποφάσισα τὴν Κρήτη νὰ σηκώσω
κι ἀποὺ τ’ ἀνύχια τῶν Τουρκῶ νὰ τῆνε λευτερώσω·
πρῶτο γιὰ τὴν πατρίδα μου, δεύτερο γιὰ τὴν πίστη,
τρίτο γιὰ τσ’ ἄλλους χρισθιανοὺς ποὺ κάθουνται στὴν Κρήτη».

Το προανάκρουσμα του ’21

Στην πραγματικότητα, οι Έλληνες θα εγκαινιάσουν, το 1770, μια μακρά πορεία πενήντα χρόνων που θα τους φέρει αντιμέτωπους με την οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Λάμπρος Κατσώνης, είκοσι χρόνια μετά, θα ξεκινήσει τον αγώνα του ως Ρώσος αξιωματικός, στη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου (1789-1792/3), θα τον συνεχίσει ως Έλληνας επαναστάτης, αρνούμενος να υποταχθεί στα κελεύσματα της Αικατερίνης. Σχεδόν την ίδια εποχή, ο Ρήγας Βελεστινλής θα διατυπώσει, το συνθετικό πρόταγμα που συνδυάζει θεωρία και δράση, βυζαντινό σχέδιο και δημοκρατική πολιτειακή μορφή. Ο Π. Μαγιάκος πιστεύει πως:

…από το 1770 όμως αρχίζει νέα περίοδος για τον Ελληνισμό. Είναι η πρώτη σελίδα της νεοελληνικής ιστορίας. Υπήρξε η κολυμπήθρα μέσα στην οποία αναβαπτίσθηκε η Ελληνική ψυχή και βγήκε εξαγνισμένη νέα. Είναι τόσα πολλά τα συμβάντα από τον Μάρτιο 1770 και τόσο συνδέονται μεταξύ τους, ώστε μπορεί να υποστηριχθή πως η επανάσταση αυτή ουδέποτε καταπνίγηκε. Έπαυε εδώ για να φανή αλλού, έσβυνε εκεί για να νάψη πιο πέρα, ώσπου εφούντωσε, γιγάντωσε και στο τέλος επέτυχε. [Παναγιώτης Μαγιάκος, Ο Λάμπρος Κατσώνης (1752-1804), Αθήνα 1932, σ. 19.]

Η Φιλική Εταιρείαθα κάνει το επόμενο αποφασιστικό βήμα. Η Επανάσταση θα αποτελέσει έργο των Ελλήνων αποκλειστικά, παρά την εχθρότητα όλων των μεγάλων δυνάμεων. Χαρακτηριστικά, ο πρώην υπασπιστής του Τσάρου ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, θα γράψει, στις 8 Οκτωβρίου του 1820, απευθυνόμενος, στους «Ἀρχιερεῖς, Ἄρχοντες καὶ Προεστῶτες, προύχοντες τοῦ Γένους, ἁπανταχοῦ εἰς τὰς νήσους τοῦ Ἀρχιπελάγους διατρίβοντες», οι οποίοι ταλαντεύονταν, ακριβώς γιατί δεν ήταν βέβαιοι για τη ρωσική βοήθεια:

Ἐξεύρω, ὅτι εἰς ὅλων τὰς καρδίας εἶναι ριζωμένη ἡ ματαία ἐκείνη πρόληψις, ὅτι ποτὲ μόνοι μας δὲν ἐμποροῦμεν νὰ ἐλευθερωθῶμεν, ἀλλὰ πρέπει νὰ προσμένωμεν ἀπὸ ξένους τὴν σωτηρίαν μας. Ἕκαστος νουνεχὴς ἐμπορεῖ νὰ γνωρίσῃ πόσον ψευδὴς εἶναι ἡ πρόληψις αὕτη, ἀρκεῖ μόνον νὰ βαθύνῃ εἰς τὰ πράγματα τῆς πατρίδος μας. Ρίψατε τὰ βλέμματά σας εἰς τὰς θάλασσας καὶ θέλετε τὰς ἰδεῖ κατασκεπασμένας ἀπὸ θαλασσοπόρους ὁμογενεῖς, ἑτοίμους νὰ ἀκολουθήσωσι τὸ παράδειγμα τῶν ἡρώων τῆς Σαλαμῖνος. Κοιτάξατε καὶ εἰς τὴν ξηρὰν καὶ ἁπανταχοῦ βλέπετε Λεωνίδας ὁδηγοῦντας φιλοπάτριδας Σπαρτιάτας.[] Ἐξεύρω, ὅτι εἰς ὅλων τὰς καρδίας εἶναι ριζωμένη ἡ ματαία ἐκείνη πρόληψις, ὅτι ποτὲ μόνοι μας δὲν ἐμποροῦμεν νὰ ἐλευθερωθῶμεν, ἀλλὰ πρέπει νὰ προσμένωμεν ἀπὸ ξένους τὴν σωτηρίαν μας. Ἕκαστος νουνεχὴς ἐμπορεῖ νὰ γνωρίσῃ πόσον ψευδὴς εἶναι ἡ πρόληψις αὕτη, ἀρκεῖ μόνον νὰ βαθύνῃ εἰς τὰ πράγματα τῆς πατρίδος μας. Ρίψατε τὰ βλέμματά σας εἰς τὰς θάλασσας καὶ θέλετε τὰς ἰδεῖ κατασκεπασμένας ἀπὸ θαλασσοπόρους ὁμογενεῖς, ἑτοίμους νὰ ἀκολουθήσωσι τὸ παράδειγμα τῶν ἡρώων τῆς Σαλαμῖνος. Κοιτάξατε καὶ εἰς τὴν ξηρὰν καὶ ἁπανταχοῦ βλέπετε Λεωνίδας ὁδηγοῦντας φιλοπάτριδας Σπαρτιάτας. [] Ναί, ἀδελφοὶ ὁμογενεῖς. Ἔχετε πάντοτε πρὸ ὀφθαλμῶν, ὅτι ποτὲ ξένος δὲν βοηθεῖ ξένον χωρὶς μεγαλώτατα κέρδη. Τὸ αἷμα, τὸ ὁποῖον θέλουσι χύσει οἱ ξένοι δι’ ἡμᾶς, θέλομεν τὸ πληρώσει ἀκριβότατα· καὶ ουαὶ εἰς τὴν Ἑλλάδα, ὅταν συστηματικὴ δεσποτεία ἐνθρονισθῇ εἰς τὰ σπλάχνα της. Ὅταν ὅμως μόνοι μας ἀποσείσωμεν τὸν ζυγὸν τῆς τυραννίας, τότε τῆς Εὐρώπης ἡ πολιτικὴ θέλει βιάσει ὅλας τὰς ἰσχυρὰς δυνάμεις νὰ κλεισωσι μὲ ημᾶς συμμαχίας καὶ ἐπιμαχίας ἀδιαλύτους. Χαίρετε.

Ἰσμαὴλ τὴν 8ην Ὀκτωβρίου 1820

Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης 1

1 Εμμ. Γ. Πρωτοψάλτης, Η Φιλική Εταιρεία – αναμνηστικόν τεύχος επί τη εκατονταετηρίδι, Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 1964, σ. 284.

Οι Έλληνες, μετά την εμπειρία των Ορλωφικών και τις απογοητεύσεις που τους προκάλεσε η στάση του Ναπολέοντα και της Γαλλίας, θα στηρίζονται στις δικές τους δυνάμεις... Τώρα, το μόνο που μπορούν και πρέπει να προσδοκούν οι Έλληνες είναι πως η δική τους επανάσταση θα υποχρεώσει τις μεγάλες δυνάμεις να πάρουν θέση, όπως και πράγματι θα συμβεί. Και γι’ αυτό εξ άλλου δεν εισάκουσαν και όλους εκείνους που προσπαθούσαν να τους αποτρέψουν από το επαναστατικό διάβημα, με το επιχείρημα πως οι διεθνείς γεωπολιτικές συγκυρίες δεν ήταν καθόλου ευνοϊκές (Ιερά Συμμαχία, Μέττερνιχ κ.λπ.). Ως αποφασιστικό κριτήριο θα θεωρήσουν μόνο την εσωτερική ωρίμανση των επαναστατικών συνθηκών στην οθωμανική Αυτοκρατορία και προπαντός την επαναστατική βούληση και προετοιμασία των Ελλήνων. 

Το χάος της περιόδου 1770-1779: 
Τα Ορλωφικά και οι συνέπειες

Τα Ορλοφικά: Η ελληνική επανάσταση του 1770

Του Χαράλαμπου Ανδριανόπουλου, φοιτητή Ιστορίας, Αρχαιολογίας 
και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

Τα «Ορλωφικά» ήταν μία από τις εξεγέρσεις των υποδουλωμένων Ελλήνων με κέντρο την Πελοπόννησο, πριν από τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ονομάστηκε έτσι επειδή το σχέδιο της ρωσικής επέμβασης στην Ελλάδα έγινε από τα αδέλφια Αλέξιο (1737–1783) και Θεόδωρο (1741–1790) Ορλώφ, κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου του 1768–1774. Οι συνέπειες ήταν οδυνηρές για τους εξεγερθέντες, οι οποίοι έζησαν σε καθεστώς τρομοκρατίας ως το 1779, ιδίως στην Πελοπόννησο και την Ήπειρο.

Η ΡΩΣΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΥΛΗ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ

Η Ρωσία ήδη από τον 15ο αιώνα οραματιζόταν να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη, γι’ αυτό δεν έχανε την ευκαιρία να διατυμπανίζει την εμπάθεια της για τα δεινά των Ελλήνων και τον ισχυρό τους θρησκευτικό δεσμό, στην προσπάθεια της να επισημοποιήσει τις αξιώσεις της. Όταν, κατά την εποχή του Μεγάλου Πέτρου (1689-1725), η Ρωσία καθίσταται ισχυρή ευρωπαϊκή δύναμη, τίθεται ως ο κυριότερος αντίπαλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Στρατηγικός στόχος της Ρωσίας υπήρξε ο έλεγχος της Μαύρης Θάλασσας και η πρόσβαση στους εμπορικούς δρόμους του Αιγαίου και ευρύτερα της Ανατολικής Μεσογείου. Ο στόχος αυτός, δημιουργούσε κλίμα έντασης και οδήγησε συχνά σε πόλεμο τις δύο αυτοκρατορίες. Από τις αρχές του 18ου αιώνα διεξάγονται οι Ρωσο-οθωμανικοί πόλεμοι (1711, 1736-1739, 1768-1774, 1787-1792, 1806-1812), κυρίως στις ευρωπαϊκές κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 1.

Ο Πέτρος Α’ λοιπόν, παρουσίαζε την τσαρική οικογένεια ως συγγενική με αυτή των Παλαιολόγων. Την εποχή εκείνη μάλιστα, Ρώσοι απεσταλμένοι διασκορπίστηκαν στην ελληνική επικράτεια και διένεμαν επαναστατικές προκυρήξεις και αντίτυπα προφητειών του Αγαθάγγελου, ότι δήθεν μόνο ο Ρώσος αυτοκράτορας και το ξανθό γένος μπορούν να λυτρώσουν τους Έλληνες από τον τούρκικο ζυγό. Ο φιλόδοξος αυτός τσάρος έγινε ο νέος Μεσσίας του απλού ραγιά, το όνομά του προσεφωνείτο στις εκκλησίες και δημιουργήθηκαν δημοτικά ποιήματα όπως αυτό:
Ακόμη τούτη την άνοιξιν
Ραγιάδες, ραγιάδες,
Τούτο καλοκαίρι,
καημένη Ρούμελη,
Όσο να ‘ρθή ο Μόσκοβος,
Ραγιάδες, ραγιάδες,
να φέρει το σεφέρι,
Μωριά και Ρούμελη 2.

Επί αυτοκράτειρας Άννας (1730-1744) αυξήθηκαν περαιτέρω οι τάσεις ξεσηκωμού και ενασχόλησης με το ελληνικό ζήτημα, ενώ ο διάσημος στρατηγός Μένιχ διεκήρυττε ότι οι Έλληνες θεωρούν την αυτοκράτειρα ως νόμιμη επικεφαλής τους.

Η αυτοκράτειρα Ελισάβετ (1741-1762), θρησκόληπτη και περισσότερο δεισιδαίμων παρά πολιτικός, δε διατήρησε τη στάση των προκατόχων της, μόνο προσέλκυε Έλληνες ώστε να μεταναστεύσουν στο κράτος της, κι έστελνε δώρα στις ελληνικές εκκλησίες κι ιδίως στις μονές του Αγίου Όρους.

Ευθύς όμως με την άνοδο της Αικατερίνης Β’ (1762-1796) λήφθηκε ιδιαιτέρως υπόψιν το μεγαλεπίβουλο σχέδιο του Μένιχ. Τότε αποφασίστηκε η κατασκευή ρωσικού στόλου και η δυναμική παρουσία του στη Μεσόγειο και ιδίως στο Αιγαίο. Μέρος του ρωσικού σχεδίου δράσης αποτελούσε και η εξέγερση των ορθόδοξων χριστιανικών πληθυσμών της Βαλκανικής Χερσονήσου και, ανάμεσά τους, των χριστιανικών πληθυσμών της Ρούμελης, της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου. Η κοινή θρησκευτική πίστη αποτελούσε το έδαφος για τη διεκδίκηση εκ μέρους της Ρωσίας της αναγνώρισής της ως «προστάτιδας» των ορθοδόξων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 3.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ

Λίγο καιρό πριν, ένας Μακεδόνας τυχοδιώκτης, ο Γεώργιος Παπάζωλης, ερχόμενος στην Πετρούπολη κατατάσσεται στο ρώσικο πυροβολικό και μετά από λίγο προάγεται σε λοχαγό, με αποτέλεσμα να γνωρίσει στο ίδιο σώμα τον Γρηγόριο Ορλώφ και να αναπτύξει μαζί του φιλικές σχέσεις. Εραστής της Αικατερίνης, συζύγου του Πέτρου Γ’, και πρωταγωνιστικό πρόσωπο στη δολοφονία του, ο Ορλώφ διορίσθηκε διοικητής του πυροβολικού. Ο Παπάζωλης επωφελούμενος την ισχυρή αυτή διασύνδεσή του πρόετρεψε αμέσως έναν ήδη ενθαρρυμένο Ορλώφ για επανάσταση στην Ελλάδα, κι αυτός προθύμως υποσχέθηκε τον βυζαντινό θρόνο στην Αικατερίνη, η οποία του χορήγησε τρία χρόνια ώστε να καταστρώσει το καλύτερο δυνατό σχέδιο επίθεσης 4.

Πρώτος προορισμός του Παπάζωλη ήταν η Τεργέστη. Το σχέδιό του δέχθηκε θερμή υποστήριξη από τους εκεί πλούσιους Έλληνες εμπόρους, κι αφού κατέφθασε στην Ήπειρο διαλαλώντας υποσχέσεις σωτηρίας και απελευθέρωσης, απέστειλε κήρυκες προς την Πελοπόννησο. Οι Αλέξιος και Θεόδωρος Ορλώφ αναχώρησαν το 1768 από τη Ρωσία και έφτασαν στη Βενετία όπου συνεργάστηκαν με τον Πάνο Μαρουτσή, γόνο γνωστής ηπειρωτικής οικογένειας εμπόρων και ευεργέτη, καθώς και με τον ζακυνθινό κόμη Μοτζενίγο5.

Ο τελευταίος τους εφοδίασε με χάρτες και στρατιωτικές πληροφορίες για τις δυνάμεις των Τούρκων στην Πελοπόννησο και αλλού. Ταυτόχρονα, σε ρωσικά ναυπηγεία ετοιμάζονταν πλοία.

Στη Βενετία, όπου έφτασε και ο Παπαζώλης, καταστρώνονταν στρατηγικά σχέδια και στρατολογούνταν εθελοντές, ενώ Έλληνες απεσταλμένοι πηγαινοέρχονταν στην Ήπειρο, στη Μακεδονία και στην Πελοπόννησο. Όμως οι κινήσεις τους έγιναν αντιληπτές από τις ενετικές αρχές και αναγκάστηκαν να φύγουν και να εγκατασταθούν στη Γένοβα όπου αγόρασαν ένα πλοίο με 20 πυροβόλα. Αναγκάστηκαν να φύγουν και από εκεί και να μεταφέρουν το στρατηγείο τους στο δουκάτο της Τοσκάνης.

Όλοι, κληρικοί, προύχοντες, λαϊκοί, δέχθηκαν όλα αυτά τα επαναστατικά λόγια με απερίγραπτο ενθουσιασμό και δεσμεύθηκαν πως θα συμπράξουν για επανάσταση σε όλη την ελληνική οικουμένη. Βλέποντας αυτήν την ανταπόκριση, ο Παπαζώλης έστειλε λεπτομερές υπόμνημα στον Ορλώφ, κι αφού έλαβε ενθαρρυντική απάντηση αποβιβάσθηκε στο Οίτυλο ώστε να έρθει σε επαφή με τα αδέρφια Μαυρομιχάλη, Στέφανο, Πιέρο και Ιωάννη. Αυτοί φανέρωσαν ειλικρινά όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις τους και κυρίως την κατάσταση εξουσθένωσης που έχουν δημιουργήσει οι προσωπικές έριδες. Oι Μανιάτες, του έλεγαν, δεν αρκούν για να καταπολεμηθεί ο Τούρκος, γιατί ο διαχωρισμός τους σε φατριές τους εμποδίζει από το να συνεννοηθούν για έναν κοινό σκοπό. Εν κατακλείδι, συμφώνησαν λόγω πείρας να συνδράμουν μόνο όταν δουν ρώσικο στρατό πάνω από 10,000 στην Πελοπόννησο 6. Οι Μανιάτες, παρ’ ό,τι είχαν πληροφορηθεί από ανθρώπους τους στην Ιταλία ότι οι υποσχέσεις του Παπαζώλη ήταν χωρίς αντίκρυσμα, πήραν την απόφαση αυτή σε γενική συνέλευση των οπλαρχηγών και των προεστών της Μάνης, με επικεφαλής τους Μαυρομιχάληδες, και στην ουσία δεν εξυπηρέτησε καθόλου τους σκοπούς του Παπαζώλη, που ήθελε να παρουσιάζει συνεχώς στην αυτοκράτειρα το σχέδιο τους ως κάτι που θα αποδειχθεί εύκολα επιτυχές 7. Είχε ανοίξει ένα τεράστιο πεδίο υποσχέσεων, από τη μια στους συμπατριώτες του και από την άλλη στην αυτοκράτειρα της Ρωσίας. Αναζητώντας απελπισμένα τυφλή υποστήριξη, στράφηκε στον προύχοντα της Καλαμάτας Παναγιώτη Μπενάκη, εγγονό του περιβόητου Λιμπεράκη Γερακάρη. Ο Μπενάκης είχε αποκατασταθεί στην Καλαμάτα κι είχε αποκτήσει μεγάλα κτήματα και, με την ευφυϊα και την ευπροσηγορία που τον χαρακτήριζε, είχε κερδίσει την αγάπη των συμπατριωτών και ομοεθνών του, καθώς και την κατά καιρούς εύνοια των πασάδων και λοιπών Τούρκων στην Πελοπόννησο. Είχε μάλιστα, αρκετές φορές εξασφαλίσει προστασία σε Έλληνες, αθωώσεις, καθώς και τιμωρίες ενόχων Τούρκων. Αυτή τη διαφορά είχε από τους Μανιάτες, κι αυτό τον έκανε να αυτοθεωρείται ικανός για να συγκεντρώσει τον λαό σε επανάσταση και να ηγηθεί αυτός υπό την προστασία της Αικατερίνης. Επομένως, τα λόγια του Παπαζώλη εγκολπώθηκαν στην φιλόδοξη ψυχή του Μπενάκη, ο οποίος εξέθεσε αναλυτικά τον σκοπό σε προύχοντες, κληρικούς και λοιπούς επίσημους της Πελοποννήσου και ζήτησε την ένθερμη υποστήριξή τους.

Τελικά, λαμβάνοντας υπόψιν και τις επιπρόσθετες παράδοξες υποσχέσεις του Παπάζωλη, υπογράφθηκε ένα συμφωνητικό σύμπραξης που όριζε τη στρατολόγηση 100,000 ανδρών, όταν το ρωσικό ναυτικό θα κατέφθανε στα παράλια με τον ανάλογο στρατό και πυρομαχικά 8. Μεταξύ αυτών που συμφώνησαν με τον Παπάζωλη ήταν ο Μητροπολίτης Λακεδαιμονίας Λαμπαδάρης και οι προεστοί του Μυστρά, Ιωάννης Μελιτάκης, Ιωάννης Καφεντζής και ο Γιαννάκης Κρεββατάς, ενώ από τα Καλάβρυτα ο Π. Ζαϊμης. Όταν εξερράγη ο ρωσοτουρκικός πόλεμος στις 30 Σεπτεμβρίου 1768, η Αικατερίνη Β’ επεχείρησε να εξεγείρει τους χριστιανούς των Βαλκανίων δίνοντας στον πόλεμο το χαρακτήρα σταυροφορίας κατά του ισλαμισμού 9. Μέσα σε ένα τέτοιο πολιτικό σκηνικό, το καλοκαίρι του 1769 και ενώ ο Ρωσο-οθωμανικός πόλεμος (1768-1774), ο πρώτος που επιχειρεί η τσαρίνα, συνεχίζεται με οθωμανικές επιτυχίες στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, τέλη Ιουνίου αναχωρεί από το λιμάνι της Κροστάνδης η πρώτη μοίρα, υπό την ηγεσία του ναυάρχου Σπυριδώφ, αλλά με ουσιαστικό διοικητή των Άγγλο ναύαρχο Greyg στη Βαλτική, 14 πλοία με περίπου 600 στρατιώτες. Πρόκειται για την πρώτη ρωσική ναυτική μοίρα, αποστολή της οποίας ήταν να πλεύσει στη Μεσόγειο και να αναλάβει πολεμική δράση στο Αιγαίο, κινητοποιώντας ταυτοχρόνως σε εξεγέρσεις τους χριστιανικούς πληθυσμούς στις νότιες βαλκανικές κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ιδίως στην Πελοπόννησο.

Έντονες επαναστατικές προετοιμασίες γίνονταν στην Πελοπόννησο με αποθήκευση τροφίμων και προμηθειών. Στην Ηλεία ο Ζαΐμης με δικές του δαπάνες συγκέντρωσε μεγάλες ποσότητες τροφίμων. Ο Μπενάκης συγκέντρωσε σώμα από 400 μισθοφόρους και ανάλογες ενέργειες έκανε ο Μαυρομιχάλης στη Μάνη. Παράλληλα, κληρικοί και πρόκριτοι ανέλαβαν έντονη εκστρατεία για την τόνωση του φρονήματος του πληθυσμού.

Profile portrait of Catherine II by Fedor Rokotov (1763, Tretyakov gallery)
Profile portrait of Catherine II 
by Fedor Rokotov (1763, Tretyakov gallery)
Αικατερίνη Β': Τσαρίνα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας
από 9 Ιουλίου 1762 έως 6 Νοεμβρίου 1796
1729 - 6 Νοεμβρίου 1796 (67 ετών) Ρωσία

Οι Έλληνες νόμισαν ότι πλησίαζε το τέλος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και η ανασύσταση της Βυζαντινής. Περισσότερο ενθουσιώδεις ήταν οι Έλληνες κληρικοί, ανώτεροι και κατώτεροι, οι οποίοι βοήθησαν το έργο των Ρώσων πρακτόρων διαδίδοντας τις προφητείες και κάνοντας προμήθειες από όπλα και πολεμοφόδια.

Το ίδιο έτος, εκδόθηκε μυστικά από τυπογραφείο στη Μόσχα και πιθανότατα από τον Παπάζωλη, σύγγραμα το οποίο μεταξύ άλλων τόνιζε τις διαφορές μεταξύ των χριστιανικών δογμάτων (Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Καλβινιστές, Προτεστάντες) κι εγκωμίαζε αρχιερείς και προεστούς της Πελοποννήσου που συμφώνησαν να συμβάλλουν στον αγώνα, όπως ο Ι. Μελιτάκης κι ο Λ. Καφετζής.

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ

Ο επαναστατικός αυτός αναβρασμός δεν ήταν δυνατόν να διαφύγει από την προσοχή των Τούρκων, οι οποίοι για παραδειγματισμό εκτέλεσαν ύποπτους Ρωμιούς, μεταξύ των οποίων και ο προαναφερθείς μητροπολίτης, Ανανίας Λαμπαδάρης. Φαίνεται επίσης ότι κάποιες οικογένειες που συμμετείχαν στην εξέγερση είχαν επαφές και με τους Τούρκους.

Οι διωγμοί αυτοί συνεχίσθηκαν μέχρι και το 1770, ώσπου ο ρωσικός στόλος κατέφθασε στο Οίτυλο στις 28 Φεβρουαρίου, υπό τον Θεόδωρο Ορλώφ 10. Την ίδια μέρα, συναντήθηκαν μαζί του οι Ιωάννης και Στέφανος Μαυρομιχάλης, τους οποίους ευθέως διέταξε να εξοπλίσουν τους στρατιώτες τους και να ενημερώσουν τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς για την άφιξή του. Δυσαρεστημένοι οι Μανιάτες, προέτρεψαν και τις δύο πλευρές, Ορλώφ και οπλαρχηγούς, να συμφωνήσουν σε μια ειλικρινή σύμπραξη και να επιτεθούν κατευθείαν δια ξηράς και θαλάσσης το οχυρό της Κορώνης, το οποίο στερείται στρατιωτικής δυνάμεως και πολεμοφοδίων. Ο υπό των Μπενάκη συμβουλών Ορλώφ αποφάσισε να χωρίσει το ελληνικό σώμα σε 2, εκ των οποίων το δυτικό της Σπάρτης, θα όδευε προς τη Σπάρτη (Μυστρά) και θα ενωνόταν καθ’ οδόν και με άλλους Λάκωνες, ενώ το ανατολικό της Σπάρτης, θα ακολουθούσε κατά μήκος τα ανατολικά λακωνικά παράλια. Έτσι οι σπαρτιατικές στρατιές αναχώρησαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, αφού ορκίστηκαν πίστη στη Ρωσίδα αυτοκράτειρα. Παράλληλα ο Ορλώφ κατευθύνθηκε προς την Κορώνη, κι ενώ η πολιορκία βρισκόταν σε εξέλιξη, ο δυτικός στρατός, αποτελούμενος από 200 Έλληνες και 12 Ρώσους, καταλάμβανε το ένα χωριό μετά το άλλο κι εισήλθαν στην Καλαμάτα όπου ο Μπενάκης, αν και τους υποδέχθηκε, δεν ενσωματώθηκε στον ένοπλο αγώνα επικαλούμενος την ανάγκη για φρούρηση της πόλης. Ο στρατός συνέχισε την πορεία του στη μεσσηνιακή πεδιάδα, επιτιθέμενος στα τούρκικα χωριά και σφάζοντας τους αιχμαλώτους, και κατέφθασαν στην Κυπαρισσία όπου οι εκεί έντρομοι Τούρκοι παραδόθηκαν με τον όρο να μεταφερθούν στα απέναντι Ιόνια νησιά 11.

Η ανατολική λεγεώνα, από την άλλη, αρχικώς αποτελούμενη περίπου από τους ίδιους αριθμούς διέσχισε την ορεινή Μάνη, ενισχύοντάς τους αριθμούς της κατά πολύ ακόμα, με προορισμό τη Σπάρτη. Βλέποντας από μακριά ρώσικες στολές, οι Τούρκοι τράπηκαν σε φυγή φωνάζοντας «αυτοί δεν είναι Ρωμαίοι, είναι Μόσκοβοι» και κλείστηκαν στο φρούριο του Μυστρά. Στις 5 Μαρτίου 1770, ο διοικητής της ανατολικής στρατιάς, Αντώνιος Ψαρρός, έχοντας τοποθετήσει στην εμπροσθοφυλακή τους Ρώσους και τους Έλληνες που φορούσαν ρωσικές στολές, εισήλθαν στο Μυστρά, χωρίς να κανονιοβολήσουν οι Τούρκοι, αντ’ αυτού έστειλαν πρεσβευτές ζητώντας συνθηκολόγηση. Η συμφωνία ορίστηκε ώστε οι Τούρκοι αφού παραδώσουν όλα τους όπλα θα έπαιρναν ήσυχα τις οικογένειές τους και θα έφευγαν από το φρούριο, αλλά ενώ γινόταν όλη αυτή η διαδικασία κι οι Τούρκοι κατέβαιναν μαζικά από το οχυρό, ορδές Μανιατών εξόρμησαν προς ανηλεή αρπαγή και σφαγή άνευ διακρίσεως φύλου και ηλικίας. Έντρομος ο τούρκικος όχλος κατέφυγε σε έναν χριστιανικό ναό εκλιπαρώντας για έλεος εν ονόματι του Θεού. Αμέσως ο Αρχιεπίσκοπος κι ο υπόλοιπος κλήρος περικύκλωσαν το ναό απαγορεύοντας από τους διώκτες να βεβηλώσουν την οικία του Ύψιστου. Η μαζική αυτή επίκληση καταλάγιασε κάπως τους εξαγριωμένους Μανιάτες, οι οποίοι σκορπίστηκαν στην πόλη συνεχίζοντας να λεηλατούν. Όταν όλο αυτό το χάος είχε τελειώσει, κι οι Μανιάτες υποχωρούσαν πίσω στα βουνά τους με λάφυρα, ο απολογισμός των νεκρών ήταν 400 Τούρκοι, εκ των οποίων, βρέθηκαν βρέφη τα οποία είχαν ρίξει από τα βράχια.

Ύστερα απ’ όλα αυτά, ο Ψαρρός αυτοανακηρύχθηκε διοικητής της Σπάρτης και των περιχώρων, συγκάλεσε συνέλευση με το σκοπό σχηματισμού κυβέρνησης και όρισε πολιτοφυλακή 3,000 Ελλήνων.

Η κατάληψη της Σπάρτης διαπέρασε σα φωτιά το υπόδουλο γένος κι όλοι άρχισαν να παρασύρονται από τον ενθουσιασμό και την επαναστατική μέθη της απελευθέρωσης. Στην Κρήτη ο Δασκαλογιάννης κήρυξε την ανάσταση του Γένους, οι Χειμαρριώτες της Ηπείρου και οι Μεσολογγίτες ξεσηκώθηκαν, και πολλά πλοία στο Αιγαίο πέλαγος είχαν αρχίσει να αντικαθιστούν την τούρκικη σημαία με τη ρωσική.

Περί τα τέλη Μαρτίου 1770, περίπου έναν μήνα από την έναρξη των επιχειρήσεων στην Πελοπόννησο, οι Ρώσοι και οι ντόπιοι επαναστάτες ήλεγχαν το μεγαλύτερο μέρος της υπαίθρου, καθώς επίσης και ήσσονος στρατιωτικής σημασίας πόλεις και οχυρές θέσεις, χωρίς ωστόσο να έχει δοθεί κάποια σημαντική μάχη. Την εποχή εκείνη λοιπόν και ενώ ο κύριος όγκος των επαναστατών κατευθυνόταν από το Λεοντάρι προς την Τριπολιτσά, οι πρώτοι ένοπλοι που στρατολογήθηκαν από τους Τούρκους στις αλβανικές περιοχές για την καταστολή της επανάστασης πέρασαν τον Ισθμό δίχως να συναντήσουν αντίσταση 12. Οι κάτοικοι της Κορινθίας και της Αργολίδας, που είχαν ξεσηκωθεί με επικεφαλής προύχοντες και αρχιερείς των περιοχών αυτών, προτίμησαν να καταφύγουν σε ασφαλέστερες περιοχές, ενώ άλλοι επιχείρησαν να κατευνάσουν τους εισβολείς προσφέροντάς τους χρήματα και δώρα. Έτσι, η δίοδος προς την Τριπολιτσά ήταν ελεύθερη και οι πρώτες οθωμανικές ενισχύσεις εισήλθαν στο διοικητικό κέντρο της Πελοποννήσου λίγο πριν προσεγγίσει την πόλη η Ανατολική Λεγεώνα.

orlofc

Εκτός αυτών, ο χρόνος περνούσε χωρίς να έχει κατακτηθεί η Κορώνη, και απελπισμένος από την έλλειψη μέσων άλωσης ο Θεόδωρος Ορλώφ άρχισε να ρίχνει την ευθύνη στους Έλληνες και κυρίως στον Μαυρομιχάλη γιατί τον προέτρεψε για την πολιορκία αυτή, με αποτέλεσμα ο διαπληκτισμός να γίνει ιδιαίτερα έντονος, με τις δύο πλευρές να εκτοξεύουν κατηγορίες μεταξύ τους. Εν τω μεταξύ, στην Κορώνη κατέφθασε κι ο Αλέξιος Ορλώφ, ο οποίος μάλιστα διέταξε τον Ψαρρό να εκστρατεύσει κατά της Τρίπολης.

Η πρώτη και πλέον αποφασιστική μάχη για την πορεία της επανάστασης πραγματοποιήθηκε στην περιοχή Τρίκορφα, στα περίχωρα της Τριπολιτσάς, στις 29 Μαρτίου 13. Οι Οθωμανοί επιτέθηκαν πρώτοι βγαίνοντας έξω από την πόλη και, πραγματοποιώντας ελιγμό για να αποφύγουν τα τηλεβόλα των Ρώσων, κινήθηκαν εναντίων των ντόπιων. Οι τελευταίοι είχαν πιστέψει πως οι Οθωμανοί θα παραδίνονταν, όπως συνέβη και στον Μυστρά, και ύψωναν τα σπαθιά τους για εκφοβισμό, ενώ οι Ρώσοι προσπαθούσαν να τους πείσουν να σεβαστούν τη φορά αυτή τις όποιες συμφωνίες παράδοσης. Όταν αντιλήφθηκαν ότι πρόκειται για επίθεση, ήταν πλέον αργά.

Οι Μανιάτες και οι άλλοι Πελοποννήσιοι, που ήταν άπειροι στη διεξαγωγή ανοιχτής πολεμικής σύγκρουσης και μάλιστα τέτοιας κλίμακας, εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και διασκορπίστηκαν εύκολα. Οι λιγοστοί Ρώσοι προσπάθησαν να αντισταθούν, είχαν όμως αρκετές απώλειες και σύντομα τράπηκαν και αυτοί σε φυγή. Μόνο λίγοι αξιωματικοί κατάφεραν να σωθούν.

Μετά τη νίκη τους στα Τρίκορφα, οι ένοπλοι των Οθωμανών επέστρεψαν στην Τριπολιτσά αναμένοντας την έλευση νέων ενισχύσεων από τις αλβανικές περιοχές. Στο μεταξύ επιδόθηκαν σε σφαγή 3,000 Ελλήνων της πόλης, των παπάδων της εκεί επισκοπής, καθώς και σε λεηλασία και καταστροφή των περιουσιών τους 14.

Οι βιαιοπραγίες επεκτάθηκαν στην ύπαιθρο, ενώ και οι βορειοδυτικές επαρχίες βρέθηκαν σύντομα στο έλεος άλλων ένοπλων σωμάτων, που εισέβαλαν από το Ρίο στις 2 Απριλίου.

Την επομένη, Μεγάλο Σάββατο για τη χρονιά εκείνη, κατευθύνθηκαν προς την Πάτρα. Ταυτόχρονα, η φρουρά της πόλης, που για περίπου τρεις εβδομάδες βρισκόταν σε κατάσταση πολιορκίας, πραγματοποίησε έξοδο. Οι Επτανήσιοι, άοπλοι καθώς ήταν, διασκορπίστηκαν εύκολα. Λίγοι μόνο από αυτούς κατάφεραν να σωθούν φθάνοντας στην Κεφαλλονιά, όπου τους περίμεναν οι ενετικές αρχές για να τους συλλάβουν. Την τύχη της Πάτρας είχε και η περιοχή της Ηλείας, προς την οποία κατευθύνονταν οι οθωμανικές δυνάμεις.

Οι περισσότεροι Ζακυνθινοί έφυγαν για το νησί τους. Μερικές εκατοντάδες από αυτούς παρέμειναν στη Γαστούνη να αμυνθούν, γρήγορα όμως εγκατέλειψαν κάθε προσπάθεια αντίστασης και διέφυγαν προς τα νότια.

Όπως συνέβη και στην Τρίπολη, οι χριστιανοί κάτοικοι των Πατρών, του Αιγίου, των Καλαβρύτων, της Γορτυνίας και της Ηλείας έπεσαν θύματα μιας ανεξέλεγκτης σφαγής. Όσοι κατάφεραν να ξεφύγουν από τον θάνατο και την αιχμαλωσία κατέφευγαν σε ορεινές και απόκρημνες περιοχές. Η λεηλασία των πλούσιων επαρχιών της Πελοποννήσου ήταν ίσως το σημαντικότερο κίνητρο για τη στρατολόγηση των ενόπλων που κλήθηκαν να καταστείλουν την επανάσταση.

Και ενώ μετά τη μάχη της Τριπολιτσάς (29 Μαρτίου) η Βόρεια και η Κεντρική Πελοπόννησος είχαν περιέλθει και πάλι στον έλεγχο των Οθωμανών, οι Ρώσοι ξεκίνησαν την πολιορκία του Ναυαρίνου (4 Απριλίου), το οποίο και παραδόθηκε έξι ημέρες αργότερα 16. Από τον Αλέξιο Ορλώφ αποφασίστηκε ο τερματισμός της πολιορκίας της Κορώνης, η προσβολή της γειτονικής στο Ναυαρίνο Μεθώνης και η αναζωπύρωση της επανάστασης στο εσωτερικό της Πελοποννήσου. Για τον σκοπό αυτό μάλιστα μοιράσθηκαν και πάλι προκηρύξεις προς τους χριστιανούς της Πελοποννήσου, οι οποίοι, την εποχή εκείνη, αναζητούσαν απεγνωσμένα τρόπους διαφυγής από τα ένοπλα σώματα που λεηλατούσαν τις βόρειες και τις κεντρικές επαρχίες της χερσονήσου. Ο τερματισμός της πολιορκίας της Κορώνης πραγματοποιήθηκε στα μέσα Απριλίου παρέχοντας τη δυνατότητα στην επί ενάμιση μήνα βρισκόμενη σε ασφυκτικό κλοιό οθωμανική φρουρά να ξεσπάσει στους κατοίκους της πόλης και των γύρω περιοχών.

Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 29 Απριλίου, ξεκίνησε η πολιορκία της Μεθώνης 17. Η μικρή παράκτια ζώνη στη Δυτική Πελοπόννησο ήταν και η μόνη που ελεγχόταν στρατιωτικά από τους Ρώσους. Υπήρχε ακόμη ο Μυστράς, τον οποίο κατείχαν Μανιάτες, ενώ άλλες ομάδες Μανιατών συγκεντρώνονταν στα περίχωρα του Νησιού (Μεσσήνη) και στην Καλαμάτα, για να αποκόψουν επικείμενη οθωμανική επίθεση από την Τριπολιτσά.

Στο αντίπαλο στρατόπεδο, που είχε ως βάση την Τριπολιτσά, κατέφθαναν διαρκώς νέες ενισχύσεις από την ξηρά, ενώ και ο οθωμανικός στόλος εμφανίστηκε στο Ναύπλιο στις 9 Απριλίου. Ο Αλβανός Χατζή Οσμάν ξεκίνησε από την Τρίπολη με 8000 έχοντας προορισμό τη Μεσσηνία. Όταν πληροφορήθηκε τον ερχομό του εχθρικού στρατού, ο Ιωάννης Μαυρομιχάλης ή Σκυλογιάννης, πήρε την απόφαση να αντισταθεί και ζήτησε τη βοήθεια του Ορλώφ, η οποία τελικά και δεν του δόθηκε. 400 Μανιάτες αμύνθηκαν ηρωικά στο Ριζόμυλο, για να δώσουν χρόνο στους Έλληνες και Ρώσους να αποφύγουν τη σφαγή και να οργανωθούν. Μετά τη διάλυση των σωμάτων των Μανιατών από τον ισχυρό τουρκικό στρατό, κλείστηκε με είκοσι τρεις συντρόφους του και τα μικρά παιδιά του στο Μελίπυργο, όπου και πολέμησε τρεις ολόκληρες μέρες. Τελικά οι Τούρκοι βάλανε φωτιά στον οχυρό πύργο και κατασφάξανε τον τραυματισμένο Σκυλόγιαννο, τους συντρόφους του και τα παιδιά του (13-14 Μαΐου). Σώθηκε μονάχα ο ένας γιος του, που πιάστηκε όμηρος, εξισλαμίστηκε, πήρε το όνομα Σιουκιούρ μπέης και διατέλεσε βαλής στα νησιά του Αιγαίου 18.

Ακράτητοι πλεόν οι Τουρκαλβανοί ξεχύθηκαν προς τα ελευθερωμένα φρούρια. Συνδυάζοντας τη λαφυραγωγία με τις πολεμικές επιχειρήσεις, τα οθωμανικά στρατεύματα ενώθηκαν με τη φρουρά της Κορώνης και κινήθηκαν να αντιμετωπίσουν τους Ρώσους. Με τους τελευταίους βρίσκονταν ακόμη οι ένοπλοι της Δυτικής Λεγεώνας, οι στρατολογημένοι από τον Μπενάκη, και όσοι είχαν καταφύγει εκεί, ιδίως Επτανήσιοι.

Ακούγοντας πως οι εχθροί πλησιάζουν προς την Πύλο, ο Αλέξιος Ορλώφ διέταξε να κλείσουν οι πύλες, αρνούμενος την είσοδο στους προσφεύγοντες Έλληνες που σπαρακτικά φώναζαν από τους προμαχώνες: «Μας υποσχεθήκατε ελευθερία, μόνο άσυλο σας ζητούμε» 19. Οι Ρώσοι έμειναν απαθείς από τις ικεσίες και τους οδυρμούς των δύστυχων γυναικόπαιδων. Όταν πλησίασαν οι Τούρκοι, όλοι αυτοί οι άνθρωποι στράφηκαν προς τη θάλασσα και προσπάθησαν να καταφύγουν σε ό,τι λογής καράβι ή βάρκα βρισκόντουσαν, πολλά από τα οποία αναποδογύρισαν λόγω βάρους και πολλοί πνίγηκαν. Τελικά, 4,000 Έλληνες κατόρθωσαν να μεταφερθούν στο απέναντι ξερονήσι της Σφακτηρίας και παρέμειναν εκεί πεινασμένοι και διψασμένοι, να κοιτούν τα πνιγμένα σώματα των συντρόφων, των γυναικών, των παιδιών τους.

Τρομοκρατημένος ο Ορλώφ από την εμφάνιση των Τούρκων διέταξε αμέσως την αναχώρηση των στρατευμάτων του. Μάταια ο Παπάζωλης κι ο Μπενάκης προσπαθούσαν να τον πείσουν ότι δεν έχουν χαθεί τα πάντα, κι ότι μια νίκη στη θάλασσα θα μπορούσε να αναζωογονήσει την επανάσταση. Ο Αλέξιος διέταξε να επιβιβασθούν αμέσως τα στρατεύματα, μεταξύ τους εκατοντάδες Έλληνες. Όλοι αυτοί τοποθετήθηκαν ανάμεσα στο Ναβαρίνο, που αποτελούσε τη ναυτική βάση του ρωσικού στόλου, και στη γειτονική Μεθώνη, την οποία πολιορκούσαν γιατί η κατοχή της θεωρούνταν σημαντική για την ασφάλεια του Ναβαρίνου. Επιχειρήθηκε, λοιπόν, να δημιουργηθεί γραμμή άμυνας μεταξύ Μεθώνης και Ναβαρίνου, όμως η σφοδρότητα της οθωμανικής επίθεσης τους υποχρέωσε να υποχωρήσουν με βαριές απώλειες στο Ναβαρίνο, στις 17 Μαΐου.

Η ναυμαχία στο Ναυαρίνο


Τότε ο τούρκικος στρατός επιτέθηκε στο στρατόπεδο των Μανιατών στον Αλμυρό όπου ύστερα από 8 ώρες μάχη αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν για να προστατεύσουν τις οικογένειές του σε κρησφύγετα του Ταϋγέτου. Τριάντα μόνο παρέμειναν, υπό την ηγεσία του Πιέρου Μαυρομιχάλη, πατέρα του Πετρόμπεη, οι οποίοι οχυρώθηκαν εντός ενός πύργου για να απασχολήσουν τους εχθρούς. Η έλλειψη νερού όμως κι η εξάντληση των πολεμοφοδίων τους ανάγκασε να ορμήσουν κατά του εχθρού με ξιφολόγχες, βρίσκοντας ηρωικό θάνατο. Ο Πιέρος όμως, πέφτοντας στη θάλασσα μαζί μ’ έναν σύντροφό του, διέφυγε βαριά τραυματισμένος και κατάφεραν να σωθούν φθάνοντας στο στρατόπεδο των Μανιατών στον Πόρο. Ύστερα από καθολική απόφαση, 4,000 Μανιάτες, κατέβηκαν μέσα στη νύχτα απαρατήρητοι το όρος Σελίτση, πάνω από τον Αλμυρό κι αιφνιδίασαν τους Τούρκους, οι οποίοι μέσα στον πανικό τους και χωρίς να προβάλλουν ουσιαστική αντίσταση, τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας πίσω τους 700 νεκρούς συντρόφους τους, ενώ οι Μανιάτες συνέχισαν να τους καταδιώκουν ως την Καλαμάτα. Με τους Μανιάτες να αποτελούν συνεχή κι υπολογίσιμη απειλή, ο Χατζή Οσμάν αποφάσισε να διεισδύσει στη Μάνη από την ανατολική πλευρά, θεωρώντας ότι θα είναι από κει ομαλότερο και ευκολότερο να την κατακτήσει. Γι’ αυτό το λόγο συγκεντρώθηκε στον Μυστρά ισχυρός στρατός, αποτελούμενος από πεζικό, ιππικό και πυροβολικό, με το συνολικό αριθμό να φθάνει τις 10,000. Ξεκινώντας την εκστρατεία του, άρχισε εύκολα να καταλαμβάνει τις ανατολικές πεδινές περιοχές των σημερινών δήμων Μαλευρείου, Γυθείου και Καρυοπόλεως και στρατοπέδευσε σε μια μικρή κοιλάδα δυτικά από το χωριό Σκουτάρι. Εκεί προέβαλλαν αντίσταση από τον πύργο των Καλκαντήδων 70 οχυρωμένοι Μανιάτες επί μία εβδομάδα εναντίων τόσο πολυάριθμου στρατού, μέχρι που τελικά οι Τούρκοι τίναξαν τον πύργο στον αέρα και οι ήρωες αυτοί θάφτηκαν στα ερείπια. Έχοντας κερδίσει σημαντικό χρόνο προετοιμασίας, 5,000 Μανιάτες υπό την αρχηγία του Γεώργιου Μαυρομιχάλη, πατέρα του Πιέρου, είχαν στρατοπεδεύσει στο Τρικεφάλι, όπου απεσταλμένοι του Οσμάν ζήτησαν να γίνουν διαπραγματεύσεις στο τουρκικό στρατόπεδο για όρους υποταγής και ειρήνης. Σίγουροι για την απιστία των Τούρκων, δε θέλησε κανείς να μεταβεί, αλλά τελικά τρεις ηλικιωμένοι αποδέχθηκαν την αποστολή παρακινώντας τους συντρόφους τους να επιλέξουν τον ένδοξο θάνατο παρά να υποταχθούν. Μόλις αυτοί παρουσιάσθηκαν στον πασά, με πρόφαση ότι δεν ακολούθησαν τους μουσουλμανικούς τύπους γονατίσματος και υποταγής, ο Χατζή Οσμάν απαίτησε οι Μανιάτες να παραδώσουν τα όπλα τους, 10 παιδιά αρχόντων ως ομήρους και ετήσιο χαράτσι στον σουλτάνο. Επειδή οι 3 γέροντες θαρραλέα απάντησαν ότι οι Μανιάτες προτιμούν το θάνατο παρά την αποδοχή των όρων αυτών, οι Τούρκοι τους αποκεφάλισαν, κάρφωσαν τα κεφάλια τους σε πάσσαλους και τα τοποθέτησαν στον δίπλα λόφο για φαίνονται μέχρι το μανιάτικό στρατόπεδο. Οι Μανιάτες ύστερα από συμβούλιο αποφάσισαν ότι 3,000 θα επιτεθούν τα μεσάνυχτα κατά των Τούρκων, 600 θα καταλάβουν το βουνό την Ξυνοκαβάλλας, υπερκείμενο του τούρκικου στρατοπέδου και παράλληλα θα χτυπήσουν πλευρικά, ενώ 1,500 θα καταλάβουν τους λόφους Πεταλέας, Μαστρολέου και Πασσαβά, ώστε να έχουν καλύψει τα μόνα στενά από τα οποία θα μπορούσαν να υποχωρήσουν οι Τούρκοι. Τη νύχτα λοιπόν, οι κραυγές 3,000 Μανιατών ξύπνησαν τους πανικοβλημένους Τούρκους, οι οποίοι δεχόμενοι αλλεπάλληλα χτυπήματα από πολλές πλευρές, άρχισαν σιγά σιγά να υποχωρούν.

Αφού μέχρι το πρωί είχαν φθάσει στη μικρή κοιλάδα του Βαθέως άρχισαν να ανασυντάσσονται, αλλά όταν εισήλθαν στην κοιλάδα της Τουρκοβρύσεως, η οποία περιβάλλεται από τους λόφους Πεταλέας, Μαστρολέου και Πασσαβά, βρέθηκαν περικυκλωμένοι, όπου και αποδεκατίστηκαν. Πάνω από 8,000 Τουρκαλβανοί, ο Χατζή Οσμάν και αρκετοί αξιωματούχοι βρήκαν τραγικό θάνατο, ενώ όσοι διασώθηκαν εγκατέλειψαν άφθονο πολεμικό υλικό και λάφυρα. Τα πηγάδια (στέρνες) της περιοχής γέμισαν από πτώματα, γι’ αυτό μέχρι σήμερα αποκαλούνται «Βρωμοπήγαδα» 20.

Η ΕΚΒΑΣΗ ΤΗΣ ΡΩΣΟΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ

Τρεις ημέρες ύστερα από την αναχώρησή τους από το Ναυαρίνο, οι εναπομείναντες Ρώσοι επιβιβάσθηκαν στα πλοία και εγκατέλειψαν την Πελοπόννησο, παίρνοντας μαζί τους ορισμένους προύχοντες και αρχιερείς που πρωτοστάτησαν στα «Ορλωφικά», όπως οι επίσκοποι Κορώνης, Μεθώνης, Καλαμών, Πατρών, ο Παπάζωλης κι ο Μπενάκης. Όσοι χριστιανοί, ιδίως γυναικόπαιδα, είχαν καταφύγει το προηγούμενο διάστημα στο Ναβαρίνο αναζητώντας προστασία, εγκαταλείφθηκαν. Οι μουσουλμάνοι αιχμάλωτοι, και ανάμεσά τους πολλές γυναίκες, βρήκαν τον θάνατο όταν οι Ρώσοι, λίγο πριν φύγουν, ανατίναξαν την πυριτιδαποθήκη του φρουρίου.

Ο Αλέξιος Ορλώφ και οι συνεργάτες τους δεν μπορούσαν όμως να επιστρέψουν στη Ρωσία χωρίς κάποια εντυπωσιακή νίκη. Άρχισαν λοιπόν τη συστηματική καταδίωξη του τουρκικού στόλου στο Αιγαίο, η οποία κατέληξε στη μεγάλη νικηφόρο για τους Ρώσους ναυμαχία του Τσεσμέ (4 Ιουλίου 1770), μεταξύ Χίου και μικρασιατικών παράλιων, η οποία αποτέλεσε μία από τις σοβαρότερες ναυτικές καταστροφές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας 21. Ωστόσο, οι Ορλώφ δεν κατόρθωσαν να περάσουν τα Δαρδανέλια, όπου στο μεταξύ ο βαρόνος Ντε Τοτ και οι Γάλλοι σύμμαχοι των Τούρκων είχαν οργανώσει την άμυνα και είχαν κατασκευάσει ισχυρά οχυρωματικά έργα. Κατόπιν τούτου εγκαταστάθηκαν στο λιμάνι της Νάουσας στην Πάρο, όπου έμειναν άπρακτοι έως την υπογραφή της συνθήκης Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), η οποία αποκαθιστούσε την ειρήνη στο Αιγαίο.

ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ


Αμέσως μετά την αποχώρηση των Ρώσων, μέλη της οθωμανικής κυβέρνησης (Διβάνι) πρότειναν την γενική σφαγή των Ελλήνων, αδιακρίτως φύλου κι ηλικίας. Όλοι συμφώνησαν εκτός από τον αρχιναύαρχο Χασάν Τζεζαϊρλή, ο οποίος κατόρθωσε τελικά να επιβάλει την άποψή του με το ακαταμάχητο επιχείρημα «Εάν φονευθώσιν όλοι οι Έλληνες, ποίος θα πληρώνη το χαράτσι 22;»

Ύστερα (προφανώς μετά το 1774, δηλαδή μετά την αποχώρηση του Ρωσικού στόλου από τις Κυκλάδες και την συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή) ο Χασάν έπλευσε στα νησιά του Αιγαίου. Πολλών τα πλοία είχαν υψώσει την ρωσική σημαία κατά την διάρκεια της επανάστασης και πραγματοποιούσαν καταδρομές στα παράλια, συλλήψεις πλοίων και λεηλασίες. Αλλά ενώ οι κάτοικοι περίμεναν έντρομοι την εκδικητική μανία των Τούρκων, ο Χασάν φέρθηκε ηπιότατα επηρεασμένος από τον διερμηνέα του στόλου Νικόλαο Μαυρογένη.

Στην Πελοπόννησο όμως οι συνθήκες που επικράτησαν μετά την καταστολή της επανάστασης ήταν φοβερές για τους Έλληνες. Οι Αλβανοί, τους οποίους οι Τούρκοι είχαν εξαπολύσει κατά των Ελλήνων, επί εννέα χρόνια λεηλατούσαν την χερσόνησο, έκαιγαν, έσφαζαν, εξανδραπόδιζαν και πουλούσαν τους κατοίκους. Οι κάτοικοι της Βοστίτσας (Αιγίου) σφάχτηκαν όλοι, οι Σπέτσες ερημώθηκαν. Όταν δεν έβρισκαν πρόχειρη λεία ανάγκαζαν οι Αλβανοί τους Πελοποννήσιους να υπογράψουν χρεωστικές ομολογίες και πολλοί είχαν τέτοιες στα χέρια τους για πεντακόσιες ή εξακόσιες χιλιάδες γρόσια. Άλλοι πωλούνταν ως δούλοι. Ο Φρ. Πουκεβίλ αναφέρει ότι 20.000 πουλήθηκαν στην Αφρική και σε Τούρκους της Ρούμελης. Όσοι Έλληνες μπόρεσαν, κρύφτηκαν στα βουνά ή κατέφυγαν στην Επτάνησο. Ακόμα κι οι Μανιάτες ανέβηκαν στα κρησφύγετα του Ταΰγετου και οι οικισμοί τους λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν. Όπως αναφέρει ο Σάθας «Τα πάντα είχεν αφανίσει η Αλβανική πανώλης. Εκεί ένθα προ ολίγου υπήρχον πόλεις και κώμαι πολύανδροι και ευδαίμονες, ήδη έβλεπέ τις θανάτου ερήμωσιν, και πυριφλεγή ερείπια. Η Πελοπόννησος πάσα είχε σχεδόν απογυμνωθή κατοίκων 23.»

Η Οθωμανική κυβέρνηση τους διέταξε επανειλημμένως να αποχωρήσουν αλλά οι Αλβανοί περιγελούσαν τις εντολές, ποδοπατούσαν τα σουλτανικά διατάγματα και άρχισαν να επιτίθενται και κατά των Τούρκων, απαιτώντας μισθούς και φόρους. Τελικά ο σουλτάνος αποφάσισε την εξόντωσή τους και την ανέθεσε στον Χασάν Τζεζαϊρλή. Όταν οι Αλβανοί έμαθαν τις εναντίον τους ετοιμασίες, διεμήνυσαν στον σουλτάνο ότι είναι πιστοί του υπήκοοι που ζητούν μόνο δικαιοσύνη και ότι θα φύγουν μόλις τους πληρώσουν οι Πελοποννήσιοι τα χρήματα που τους χρωστούν, δηλ. τις ομολογίες. Ο σουλτάνος έστειλε δύο νομομαθείς να εξετάσουν τις απαιτήσεις των Αλβανών, αυτοί όμως, αν και κατάλαβαν το άδικο των απαιτήσεων αυτών, δεν τόλμησαν να εκδώσουν απόφαση. Συγχρόνως όμως ο αρχιναύαρχος διατάχθηκε να προχωρήσει 24.

Ο στόλος του Χασάν έφτασε στην Αργολίδα και οι δυνάμεις του στρατοπέδευσαν στο Άργος. Η κύρια δύναμη των Αλβανών από δέκα χιλιάδες άντρες ήταν οχυρωμένη στην Τριπολιτσά. Στις 10 Ιουλίου 1779 ο Χασάν, ύστερα από νυκτερινή πορεία, εμφανίστηκε αιφνιδιαστικά μπροστά τους.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αναφέρει ότι η δύναμη του Χασάν ήταν έξι χιλιάδες άντρες και τρεις χιλιάδες Κλέφτες του Μοριά που ενώθηκαν μαζί του ύστερα από «μπουγιουρντί (προσκυνοχάρτι)» που τους έστειλε ο αρχιναύαρχος για «να ευρή ο ραγιάς το δίκηό του». Ο πατέρας του Θεόδωρου, ο Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης, απέφυγε να δηλώσει υποταγή στον Χασάν, κατέλαβε όμως με χίλιους άντρες τα στενά των Τρικόρφων, δυτικά της Τριπολιτσάς, για να εμποδίσει την υποχώρηση των Αλβανών. Ο Χασάν έστειλε τότε στον Κολοκοτρώνη μήνυμα «να πάγη σε δαύτονε διά να τον προσκυνήση» αλλά αυτός προφασίστηκε την κρισιμότητα των περιστάσεων και ο αρχιναύαρχος τον πίστεψε (ή έκανε πως τον πίστεψε) και του έστειλε μάλιστα και δώρα 25.

Ο Χασάν επιτέθηκε αμέσως στους Αλβανούς οι οποίοι αμύνθηκαν λυσσωδώς αλλά τελικά τράπηκαν σε φυγή και κατασφάχτηκαν. Κατά την διήγηση του Κολοκοτρώνη, δύο φορές τμήματα Αλβανών από 4.000 και 6.000 άντρες προσπάθησαν κατά την διάρκεια των εχθροπραξιών να απωθήσουν τον πατέρα του Κωνσταντίνο από τα Τρίκορφα, χωρίς όμως επιτυχία. Στο τέλος, ύστερα από την επικράτηση του Χασάν, όλοι οι Αλβανοί επιχείρησαν να εκβιάσουν την δίοδο, αλλά ο Κωνσταντίνος και οι άλλοι οπλαρχηγοί που έσπευσαν εν τω μεταξύ, τους συγκράτησαν ενώ το επερχόμενο τουρκικό ιππικό τους αποδεκάτισε 26.

Μετά την νίκη του ο Χασάν διέταξε ν’ ανεγερθεί μπροστά από την ανατολική πλευρά της Τριπολιτσάς «πυραμίς εκ τεσσάρων χιλιάδων κεφαλών προσκεκολλημένων δι’ άμμου και ασβέστου» με επιγραφή που απειλούσε με θάνατο αυτόν που θα τολμούσε να την γκρεμίσει 27.

Ύστερα ο Χασάν άρχισε τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και σύντομα η Πελοπόννησος απαλλάχτηκε οριστικά από τους Αλβανούς, οι οποίοι είτε εξοντώθηκαν είτε έφυγαν, όσοι μπόρεσαν. Σ’ εκείνη την εκστρατεία ο Χασάν προσπάθησε να περιορίσει την αυτονομία των Μανιατών, απέτυχε όμως 28 και συνέχισε τις επιχειρήσεις του κατά των Αλβανών στην υπόλοιπη Ελλάδα. Η τάξη αποκαταστάθηκε και οι Αλβανοί περιορίστηκαν στην πατρίδα τους.

Μετά από ένα χρόνο (1780) ο Χασάν επέστρεψε στην Πελοπόννησο για να υποτάξει τους Κλέφτες. Συνέλαβε με δόλο και θανάτωσε με ανασκολοπισμό τον μπέη της Μάνης, Καπετανάκη Γρηγοράκη, του οποίου οι συγγενείς εκδικούμενοι κατέλαβαν το φρούριο του Πασαβά και εξολόθρευσαν επτακόσιες οικογένειες Τούρκων 29. Η Μάνη υποχρεώθηκε σε καταβολή ετήσιου φόρου 15.000 αντί των μέχρι τότε 4.000 και στο εξής ο ηγεμόνας της (ο μπέης της Μάνης) έπρεπε να εγκρίνεται από την Υψηλή Πύλη. Οι περισσότεροι από τους Κλέφτες εξοντώθηκαν, μεταξύ αυτών και οι Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης και ο Παναγιώταρος Βενετσανάκης που και πάλι δεν προσκύνησαν. Πολιορκήθηκαν επί δώδεκα μερόνυχτα σε δύο πύργους και τελικά σκοτώθηκαν σχεδόν όλοι, ο Παναγιώταρος, ο Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης και οι αδελφοί του Αποστόλης και Γεώργιος. Μεταξύ των λίγων διασωθέντων ο δεκάχρονος τότε Θεόδωρος Κολοκοτρώνης 30.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Τα φανταχτερά λόγια Ρώσων αξιωματούχων και Ελλήνων προκρίτων πότισαν με επαναστατικό πυρ τις καρδιές των κουρασμένων, απεγνωσμένων Ελλήνων, μια φλόγα όμως που αποδείχθηκε δηλητήριο. Η έλλειψη προετοιμασίας εκ μέρους των Ελλήνων, η ανανδρία κι η ανούσια υπεροψία των Ρώσων, είχαν ως αποτέλεσμα την ολοσχερή αποτυχία της εξέγερσης αυτής, προκαλώντας ως αντίκτυπο τέτοιες σφαγές, λεηλασίες και καταστροφές, που όμοιές τους δεν είχε ξαναζήσει η Πελοπόννησος. Ύστερα από τα Ορλωφικά, στα οποία η συμμετοχή των Ρώσων αποδεικνύει μονάχα την έλλειψη ουσιαστικού ενδιαφέροντος για τα των Ελλήνων δεινά, αποδείχθηκε γι’ άλλη μια φορά η χαώδης κατάσταση εντός της τουρκοκρατημένης Ελλάδος, όπου ο Έλληνας καλείται να αμυνθεί από την καθημερινή καταπίεση του κατακτητή και λαφυραγωγού, αναγκασμένος έτσι να εισέρχεται σε βιαιοπραγίες και φρικαλεότητες που μένουν καταγραμμένες στην Ιστορία και στη μνήμη, μεταφερθείσες από γενιά σε γενιά. Όμως είτε αμόρφωτος είτε κυνηγημένος, ο ελληνικός δε σταμάτησε ποτέ να πολεμά. γι’ αυτό, πλέον, είναι ελεύθερος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Κ. Σάθας, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς. 1453-1821, Αθήνα, εκδ. Καμαρινόπουλου, 1962

Α. Δούκας, Η Σπάρτη δια μέσου των αιώνων, Νέα Υόρκη, 1922

Ν. Ροτζώκος – Δ. Τζάκης, ΤΑ ΝΕΑ 2007

Δέσποινα Ερ. Βλάσση, Η συμμετοχή των Επτανησίων στα Ορλωφικά κι η αντίδραση της Βενετίας, Αθήνα 1981

Βακαλόπουλος Απόστολος, Ιστορία του νέου ελληνισμού, τομ. Δ’, 1973

ΠΗΓΕΣ

1. Κ. Σάθας, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς 489.

2. Α. Δούκας, Η Σπάρτη δια μέσου των αιώνων 667.

3. Α. Δούκας, Η Σπάρτη δια μέσου των αιώνων, 668

4. Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Ελληνική Ιστορία, τόμ 25 σ. 252

5. Κ. Σάθας, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς, 518
6. Α. Δούκας, 668

7. Α. Δούκας, 669

8. Α. Δούκας, 669

9. Α. Βακαλόπουλος, Ιστορία του νέου Ελληνισμού, τομ. Δ, σελ. 384

10. Α. Δούκας, 670

11. Α. Δούκας, 670
12. Α. Δούκας, 670

13. Α. Δούκας, 671

14. Συγκεκριμένα ο αυτόπτης Τριπολίτης, Αντώνης Πετρίδης, αναφέρει τα συμβάντα: «Ήλθε το απηνέστατον και παμμιαρώτατον ρωσσικόν στράτευμα εις την Πελοπόννησον, εις το μέρος του Νεοκάστρου και της Μεθώνης. Εις δε τον Μυστράν επήγαν Μαρτίου 5 και αυτόν κατεκυρίευσαν μετά των Μανιατών και τους εκεί οικούντας Τούρκους άπαντας, συν γυναιξί και τέκνοις ξίφει κατέσφαξαν. Μαρτίου 29, τη αγία μεγάλη Δευτέρα, ωσεί ώρα 8η, πολύ πλήθος Μανιατών και άλλων Μωραϊτών, φέροντες εις σημείον βασιλικού στρατεύματος και τεσσαράκοντα Ρούσσους, ήλθον εις την Τριπολιτσάν, την του ηγεμόνος καθέδραν και ημετέραν πατρίδα, εις το μέρος ονομαζόμενον Άγιος Βασίλειος. Οι δε εκεί ευρισκόμενοι Τούρκοι, ξένοι και εντόπιοι, λαμβάνοντες είδησιν, εξήλθον μετά πολλών αρμάτων εις πρϋπάντησίν των και διαστάσης ώσει ώρα μια, οι μεν νικηθέντες απήλθον εις τα οπίσω, οι δε νικήσαντες και θυμού εμπλησθέντες, πολλούς ή μάλλον ειπείν πάντας ανείλον τους εκεί χριστιανούς μαχαίρα. Από τους οποίους ιδού φανερώνω και τους συγγενείς μου, πρώτον τον πατέρα μου και τον αδελφόν μου και θειόν μου Οικονόμον, τον αδελφόν μου Κωνσταντίνον, τους θείους μου Παρασκευά Ρογάρην και τον υιόν αυτού Σπυρίδωνα, τον Γεώργιον Καρανικολάν και επιλοίπους. Τόση άδικη σφαγή εγένετο εις αυτήν την δύστηνον χώραν, ώστε όπου αι οικίαι και οι δρόμοι εγέμισαν αίμα και ει μη από θείαν ανδρών προς Κύριον εντεύξεως την επιούσαν δεν επρόφθανεν ο τω όντι ευσπλαχνικώτατος Οσμάν-μπέης μήτε καν όνομα χριστιανού εις την πόλιν εσώζετο. Πολλάκις λοιπόν η Πελοπόννησος αιχμαλωσίας εδοκίμασε, πλην αύτη η προξενηθείσα συμφορά ένεκα των βαρβάρων Ρούσσων μήτε ηκούσθη μήτε ο Κύριος να δώση εις άλλους χριστιανούς. Εκκλησίαι, μοναστήρια και σχολεία κατεκαύθησαν και ηφανίσθησαν, άπειρα πλήθη αθλίων χριστιανών, ιερωμένων τε και λαϊκών, μοναχών τε και μοναζουσών, ανδρών και γυναικών, νέων τε και γερόντων, παρθένων τε και απειροκάκων βρεφών, δοριάλωτοι και αιχμάλωτοι γενόμενοι και εις τα πέρατα της οικουμένης διασπαρέντες αγεληδόν ως άλογα ζώα απεμπωλούντο, πολύ χειρότερα από τους άλλοτε επί Τίτου και Ουεσπασιανού εξανδραποδισθέντας Εβραίους.»

15. Δέσποινα Ερ. Βλάσση, σελ. 79

16. Α. Δούκας, 672

17. Α. Δούκας 672

18. Α. Δούκας, 673

19. Α. Δούκας 674

20. Α. Δούκας, 677

21. Σάθας, 522

23. Σάθας, 527

24. Κολοκοτρώνης

25. Κολοκοτρώνης, 6

26. Σάθας, 528 και υποσημ.

27. Παπαρρηγόπουλος, Βιβλίον ΙΔ΄, κεφ. Η΄, υποκεφ. ΙΖ΄.

28. Σάθας, 533.

29. Σάθας, 534

30. Κολοκοτρώνης, 8. Παπαρρηγόπουλος, ο.π.


ΒΙΝΤΕΟ – Η αποτυχημένη ελληνική επανάσταση των Ορλωφικών (1770)

Δείτε στο παρακάτω βίντεο τα όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια των Ορλωφικών αλλά και τον φόρο αίματος που πλήρωσαν οι Έλληνες το επόμενο διάστημα από τους Τουρκαλβανούς: Μουσική: Μοιρολόι Ηπειρώτικο (28η Οκτωβρίου 1940 - Τιμής Ένεκεν):

Βρισκόμαστε το 1770, περίπου 20 χρόνια πριν τη γαλλική επανάσταση του 1789 και περίπου 50 χρόνια από την ελληνική επανάσταση του 1821. Η ρωσική προπαγάνδα στις περιοχές που ζούσαν Έλληνες ήταν μεγάλη και με προφητείες όπως του Αγαθάγγελου η ρωσική αυτοκρατορία προσπαθούσε να πείσει τους Έλληνες ότι η απελευθέρωσή τους μπορούσε να γίνει πραγματικότητα μόνο μέσω της βοήθειας του ξανθού γένους, δηλαδή των Ρώσων. Από πολλούς τα Ορλωφικά χαρακτηρίζονται η πρώτη πραγματική ελληνική επανάσταση γιατί υποστηρίζουν ότι είναι η πρώτη οργανωμένη και όχι τοπική. Αυτό φυσικά δεν ισχύει, αφού κι άλλες φορές επαναστάτησαν ταυτόχρονα πολλές περιοχές της Ελλάδος, ενώ όπως θα δούμε παρακάτω, η εξέγερση των Ορλωφικών μόνο καλά οργανωμένη δεν ήταν.




Πηγή: www.sophia-ntrekou.gr


Σχετικά θέματα:


Επιλεκτικά Βίντεο


Η άλωση της Τριπολιτσάς: Από την εκπομπή της ΕΤ3
Χώματα με ιστορία με αφηγητή τον Ηλία Μαμαλάκη.


Το «Σαράντα παλικάρια από τη Λιβαδειά» είναι ελληνικό δημοτικό τραγούδι, κλέφτικο, το οποίο απαντάται σε συλλογές από την Πελοπόννησο, την Ήπειρο, τη Στερεά Ελλάδα, τη Μακεδονία, τα Επτάνησα, τη Θεσσαλία, τη Θράκη, τη Λέσβο, την Κρήτη, τη Μικρά Ασία και την Κύπρο. Τραγουδιέται και σαν τραγούδι χορευτικό με σκοπό τσάμικου χορού.









Στίχοι: Σαράντα παλλικάρια από τη Λιβαδειά
πάνε για να πατήσουνε την Τοπολιτσά.
Στον δρόμο που πηγαίναν γέροντ'απαντούν
-Γειά σου, χαρά σου, γέρο -Καλώς τα τα παιδιά
Πού πάτε παλικάρια, που πάτε ωρέ παιδιά;
-Πάμε για να πατήσουμε τη Τοπολιτσά
-Ώρα καλή παιδιά μου να πάτε στο καλό
-Έλα μαζί μας, γέρο, γεροντόκλεφτα.
-Δεν ημπορώ παιδιά μου, γιατί γέρασα,
-μόν'πάρτε τον υγιό μου τον μικρότερο,
πό 'χει λαγού ποδάρια και πέρδικας φτερά,
που ξέρει τα λημέρια που λημέριαζα,
που ξέρει και τις βρύσες πόπινα νερό...

Τα Σαράντα παλληκάρια από τη Λιβαδειά του Δημοτικού μας τραγουδιού στο δρόμο για την Ιθάκητους, συναντούν τη Μυθωδία και τον Βαγγέλη Παπαθανασίου με την Ειρήνη Παππά να τα ερμηνεύει σε απρόσμενη παρουσίαση. Η διασκευή και εκτέλεση οργάνων από τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Τὴ γλῶσσα μοῦ ἔδωσαν ἑλληνική!



















Εκπαιδευτικό βίντεο Η άλωση της Τριπολιτσάς.
Ιστορία ΣΤ'τάξης 8ο Δημ. Σχ. Νάουσας.










Τουρκοκρατουμένη Ελλάς: ιστορικόν δοκίμιον περί των προς αποτίναξιν του Οθωμανικού ζυγού επαναστάσεων του Ελληνικού Έθνους (1453-1821) / υπό Κωνσταντίνου Ν. Σάθα.





Viewing all articles
Browse latest Browse all 1501

Trending Articles